Στα
δεξιά, οι επίσης επαναστατικοί
βασίζονται στη χριστιανική διδασκαλία
για να αμφισβητήσουν τις αμβλώσεις
και να υποστηρίξουν τις ''παραδοσιακές
αξίες''.
Αλλά
για να αποκτήσουν επιρροή με την
πολιτική σκηνή της δεξιάς, ευθυγραμμίζονται
συνήθως με πολιτικές και οργανώσεις
που παρεμποδίζουν τη νομοθεσία (στις
εταιρίες) για καθαρό αέρα και νερό,
υποστηρίζουν τη θανατική ποινή και
αντιστέκονται στη μετανάστευση και
τον έλεγχο των όπλων.
Όταν
οι Χριστιανοί συνδέονται χωρίς κριτική
με κάποιο από τα δύο κόμματα(ΗΠΑ), το
κάνουν λόγω πολιτικής πεποίθησης και
όχι ορθού θεολογικού προβληματισμού.
Μόνο
λόγω άγνοιας ή υποκριτικής διπροσωπίας
μπορεί κανείς να προτείνει ότι οι
Δημοκρατικοί ή οι Ρεπουμπλικάνοι
αντικατοπτρίζουν μια γνήσια χριστιανική
διδασκαλία.
Ενώ
οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί στις Ηνωμένες
Πολιτείες (USA) είναι εξίσου πιθανό με
άλλους να υποκύψουν σε αυτές τις
ψεύτικες διχογνωμίες, η ιστορία μπορεί
να τους προσφέρει μια διέξοδο από τις
ιδεολογικές παγίδες και τις αντιθέσεις
που κυριαρχούν στον τρέχοντα πολιτικό
λόγο.
Τον
δεύτερο αιώνα (2ο μ.Χ), όταν οι Χριστιανοί
παρενέβησαν για πρώτη φορά στη δημόσια
πολιτική σκηνή, τόνισαν ότι η συνεισφορά
τους ήταν ανώτερη από τους απλούς
Ρωμαίους πολίτες, επειδή υποκινούνταν
από την πίστη στον Θεό και όχι από την
πολιτική ανέλιξη.
Για
συγγραφείς και Πατέρες της Εκκλησίας,
όπως ο Άγιος Ιουστίνος Μάρτυς, οι
Χριστιανοί αναζητούσαν το δημόσιο
συμφέρον, για χάρη του όντως Αγαθού,
ανεξάρτητα από το αν το κράτος έβλεπε
ευνοϊκά τον Χριστιανισμό.
Αυτή
είναι μια βαθιά και οξυδερκής διείσδυση
στα πράγματα της δημόσιας ζωής.
Ακόμη
και μετά τη νομιμοποίηση του
Χριστιανισμού(4ος μ.Χ), όταν οι Χριστιανοί
απολάμβαναν μια προνομιακή θέση, οι
πιο σημαντικοί θεολόγοι της Εκκλησίας
ήταν επίσης εκείνοι που υπερασπίζονταν
με συνέπεια πολιτικούς σκοπούς που
καμία αρχαία (ie.Βυζαντινή) κυβέρνηση
δεν μπορούσε να αποδεχτεί.
Ο
Άγιος Αμβρόσιος επέκρινε δικαστές
που εξέδιδαν τη θανατική ποινή, ο Άγιος
Βασίλειος αφόρισε στρατιώτες που
σκότωναν ανθρώπους στη μάχη και ο
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος απαίτησε
από το πολιτικό κατεστημένο να
αναδιανέμει τον συσσωρευμένο πλούτο του για
λογαριασμό των εξαθλιωμένων εργατών
και προσφύγων που δεν είχαν καμιά
νομική υπόσταση.
Δυστυχώς
όχι μόνο αυτά τα ζητήματα εξακολουθούν
και μας ταλανίζουν σήμερα, αλλά αυτές
οι παρεμβάσεις μαρτυρούν το γεγονός
ότι οι άγιοι δεν εγκατέλειψαν τις
ηθικές τους πεποιθήσεις για λόγους
πολιτικής σκοπιμότητας ή προκαθορισμένων
συμμαχιών.
Ήταν
κατά τη διάρκεια της θητείας του Αγίου
Αμβροσίου ως επισκόπου που ο αυτοκράτορας
Θεοδόσιος ανακήρυξε για πρώτη φορά
τον Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία
της αυτοκρατορίας.
Ο
Θεοδόσιος ήταν επίσης υπεύθυνος για
την ενορχήστρωση της σύγκλησης Β'
Οικουμενικής Συνόδου.
Αλλά
καμία προσπάθεια πίεσης δεν κατάφερε
τίποτε, ώστε να αποτρέψει τον Άγιο
Αμβρόσιο από το να καταδικάσει
επανειλημμένα τον αυτοκράτορα για
συμπεριφορά και πολιτικές που
αντίκεινται στο Ευαγγέλιο.
Το
πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό
πλαίσιο της τότε Ορθόδοξης Χριστιανικής
ιστορίας είναι σίγουρα διαφορετικό
από το σύγχρονο πλαίσιο.
Και,
φυσικά, αντιμετωπίζουμε ένα μεγάλο
αριθμό πολιτικών και κοινωνικών
ζητημάτων για τα οποία δεν υπάρχει
σαφής κι οριστική απάντηση από τη
χριστιανική σκέψη ή ποιμαντική
πρακτική.
Αλλά
υπάρχουν μερικά σημαντικά διδάγματα
από την Ορθόδοξη Χριστιανική εμπειρία
που θα ωφελούσαν όλους τους [Αμερικανούς]
Χριστιανούς που ελπίζουν να
δραστηριοποιηθούν στον δημόσιο χώρο.
Το
πιο σημαντικό, το ότι μαθαίνουμε πως
η ενασχόληση με την πολιτική θα πρέπει
να έχει ως κίνητρο το ενδιαφέρον για
το δημόσιο καλό και μόνον για αυτό.
Μαθαίνουμε, επίσης, ότι οι πιο σημαντικοί χριστιανοί
στοχαστές ήταν εκείνοι που διατήρησαν
την ηθική τους αξιοπιστία, αντί να
συνάψουν συμφωνίες με τους πολιτικά
ισχυρούς.
Μια
πολιτική που συνεπάγεται ηθική
αυτοδιάψευση μπορεί να είναι σκόπιμα
αναμενόμενη ως τέχνασμα, αλλά δεν
μπορεί ποτέ να αντανακλά μια γνήσια
χριστιανική πολιτική σκέψη.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου