O Darren Aronofsky έχει αποδείξει ότι δε φτιάχνει ταινίες για να καταπιαστεί με πρόσχαρα θέματα.
Θα δυσκολέψει τον θεατή, θα τον κάνει να κουνηθεί από τη θέση του, σαν σκηνοθέτη τον συγκινούν δημιουργικά αυτές οι ζοφερές, απελπιστικά ανθρώπινες καταστάσεις, όπου ο νους και το σώμα του θεατή ωθούνται στα άκρα για να του ανοίξουν τα μάτια σε περιπτώσεις και καταστάσεις οι οποίες βρίσκονται δίπλα ή μέσα του.
Η ταινία «The Whale» διαπραγματεύεται θέματα «βασικά για την αρχ.ελληνική τραγωδία» : τον περιορισμό του οράματος της ανθρωπότητας, η θέση της θρησκείας στην κοινωνία και η απελπισμένη λαχτάρα για ανακούφιση από τη μοναχική αβεβαιότητα της ζωής.
Η ταινία υπηρετεί με ωμότητα την απύθμενα τραγική κατάσταση που έχει επέλθει ο Charlie, (Brendan Fraser).
Βουτηγμένος για χρόνια στην κατάθλιψή του, στις γαστριμαργικές ορέξεις του, στην παρορμητικότητα και τον εγωκεντρισμό του, μια εβδομάδα πριν πεθάνει επιθυμεί μέσω της κόρης του να κάνει έστω ένα καλό.
Αυτός ο αγώνας εμφαίνεται αναδυόμενος μέσα απ' τα μάτια του .
Ο Aronofsky δείχνει τον απόλυτο πάτο που έχει πιάσει σαν άνθρωπος ο Charlie, τόσο ώστε η ταινία μετατρέπεται από δράμα σε body horror, όταν χρησιμοποιεί σωστά το κάδρο, τη σκηνοθεσία και την ανεπανάληπτη ερμηνεία του Β.Fraser με μια επιπλέον αίσθηση κλειστοφοβίας ή απομόνωσης.
Ο πρωταγωνιστής σηκώνει την ταινία στις πλάτες του, την απογειώνει με όλο αυτό το υποκριτικό ταλέντο το οποίο μέχρι πρότινος ήταν ανεκμετάλλευτο.
Ο Aronofsky το διέκρινε και με την καθοδήγησή του, ο ηθοποιός κυριεύει τον φιλμικό ρυθμό -που κυλάει ομαλά- και συνοδεύει την θεατρικότητα του σκηνικού χώρου και της αφήγησης του «The Whale»: την αποπνικτική φωτογραφία, τα μουντά πλάνα και το ''old school 4:3'' ratio για τα λιγοστά - λιτά σκηνικά (όλα σε ένα ενοικιαζόμενο διαμέρισμα 2ου ορόφου στο Αϊντάχο ), τις μονοκάμερες γωνίες λήψης, το μακιγιάζ που μεταμόρφωσε με θεαματικό τρόπο τον Fraser σε έναν υπερπαχύσαρκο των 270 κιλών.
Μέχρι και ο τρόπος που οι χαρακτήρες ερμηνεύουν τον ρόλο είναι θεατρικός ο οποίος επιτυγχάνει να μην αναμείξει την ψυχιατρική με την σκηνοθεσία, καθώς έχει σχεδιαστεί για να ανεβάζει αργά και επανειλημμένα την ένταση, έως ότου σχεδόν δεν μπορεί να γίνει ανεκτή.
Τα κοντινά πλάνα του Aronofsky παρέχουν μια άλλη διάσταση και ευκρίνεια στο ταλέντο όλων των ηθοποιών στην πενθήμερη πορεία τους μέχρι την επικείμενη λύτρωση από αυτό το βάρος των συνθηκών, των ενοχών και των κακών επιλογών στη οριοθετημένη - από τον αμερικανικό ατομισμό- ζωή, ένα μοτίβο που σίγουρα θα βρίσκει σύνδεση με τον μετανεωτερικό θεατή.
Η κινηματογραφική εκδοχή του «The Whale» τελειώνει με μια δροσερή ανάσα, ένα έντονο φως και μια παραλία.
Το τελευταίο οπτικό υλικό δείχνει τον ήλιο να λάμπει, την παλίρροια να ανέρχεται και να πέφτει και μια νεότερη σε ηλικία, πιο αδύνατη στα κιλα εκδοχή του Charlie, να κοιτάζει έξω στον ωκεανό καθώς η κόρη του παίζει στην άμμο πίσω του. Είναι το βλέμμα ενός σκεπτικιστή που είναι πιο πρόθυμος από τους περισσότερους Αμερικανούς να συναντήσει τον Θεό στα μισά του δρόμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου