''Δεν έχω απολύτως κανένα δικαίωμα και κανένα απολύτως μέσον να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και τα μέλη της οικογενείας μου από τις αυθαιρεσίες της εξουσίας, εκτός φυσικά από την σθεναρή μας απόφαση να θυσιάσουμε κάθε στιγμή ακόμα και τη φυσική μας υπόσταση προκειμένου να κρατήσουμε ψηλά την τιμή και τα ιδανικά μας...Μόλις βγω έξω συνοδεύομαι παντού από δύο φρουρούς. Δεν έχω δικαίωμα να μιλώ σε κανέναν. Όποιος με χαιρετήσει κινδυνεύει, τον καλούν στον Σταθμό και τον ανακρίνουν. Άλλους τους ψάχνουν, ακόμα και γυναίκες έχουν γδύσει. Στην αρχή ήμουν ελεύθερος να βγαίνω από το σπίτι όλο το 24ωρο όμως αργότερα με περιόρισαν 20 ώρες κλεισμένος μέσα και 4 έξω. Λίγο πριν το Πάσχα μ΄έκλεισαν 22 ώρες το 24ωρο, τώρα ξανά έχω δικαίωμα να βγαίνω 2 ώρες το πρωί και 2 το απόγευμα....Ζούσαμε μ’ έναν ακαθόριστο φόβο''.(ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΜΙΚΗΣ, Ζάτουνα 23 Απριλίου 1969)
Ο άνθρωπος είναι αυτό που ζει και αυτό που σκέφτεται. Ο άνθρωπος είναι οι άλλοι που συναντά και τα βιβλία που διαβάζει. Ο πατριωτισμός μου ειδικά ήταν ο πατέρας και η μάνα μου. Είχα απ’ τη δεύτερη μια χαμένη πατρίδα, που δεν επρόκειτο ποτέ να τη γνωρίσω.
Κι από τον πρώτο, δυο πατρίδες: μια μυθική, την Κρήτη, και μια πραγματική, την Ελλάδα. Η Ελλάδα των σχολείων ήταν για να την κλαις. Της επαρχίας ήταν να τη λυπάσαι. Και της εξουσίας ήταν να την τρέμεις. Ποια να διαλέξω;