τὸν προαιώνιον Λόγον,
ἐν Σπηλαίῳ
ἔρχεται,
ἀποτεκεῖν ἀποῤῥήτως.
Χόρευε ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα,
δόξασον μετὰ Ἀγγέλων
καὶ τῶν Ποιμένων,
βουληθέντα
ἐποφθῆναι,
παιδίον νέον,
τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν»
(Ἦχος γ´).
Σαν τα φθινοπωρινά φύλλα σκόρπησαν οι ημέρες του ημερολογίου και μας φέρανε πιο κοντά στη μεγάλη εορτή πού παρηγορεί την καρδιά μας και φωτίζει την προοπτική της ζωής μας: τη γιορτή των Χριστουγέννων.
Η Εκκλησία δεν χορταίνει νά τραγουδά το απρόσιτο μυστήριο. Ψάλλει επίκαιρους ύμνους όχι μόνο σήμερα, την κυριώνυμη ήμερα τής εορτής, αλλά πολύ πρωτύτερα, προ-ετοιμάζοντας τους εν Χριστώ αδελφούς ώστε να γιορτάσουν πνευματικά και επάξια τη γιορτή. Έναν από αυτούς τούς ύμνους θα προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε, μέ τήν ειλικρινή επιθυμία να ψηλαφίσουμε εν μέρει, με τη Χάρη του Κυρίου, κάτι από τό μέγιστο σωτηριώδες γεγονός. Πρόκειται για το προεόρτιο Κοντάκιο των Χριστουγέννων, πού αρχίζει να ψάλλεται από την 26η Νοεμβρίου) ημέρα μνήμης του αγ. Στυλιανού:
Το Κοντάκιο απαρτίζεται από τρεις κύριες προτάσεις, τρία ρήματα: «έρχεται», «χόρευε», «δόξασον». Απουσιάζει κάθε συνδετικό στοιχείο μεταξύ των προτάσεων, και αυτό προσδίδει ένα τόνο ρωμαλέο, μια αμεσότητα στο Χριστοκεντρικό μήνυμα του ύμνου.
Ή πρώτη πρόταση: «Ή Παρθένος σήμερον τόν προαιώνιον Λόγον έν σπηλαίῳ έρχεται άποτεκεΐν άπορρήτως». Το πρώτο μέρος μας τοποθετεί στην υπόθεση τής εορτής, στο κεντρικό πρόσωπο, στον τόπο δράσης, στον σκοπό και στο σκηνικό της δράσης,
«Ή Παρθένος», με άρθρο και με κεφαλαίο τό αρχίγραμμα. Το γνωστό πρόσωπο από τις προφητείες, η κατ’ εξοχήν παρθένος και στο σώμα και στην ψυχή. ’Έρχεται στο σπήλαιο προκειμένου να γεννήσει με τρόπο ανέκφραστο, πού δεν μπορεί να περιγράφει με ανθρώπινα λόγια, «τόν προαιώνιον Λόγον», τον Υιό και Λόγο του Θεού, ο Όποιος είναι προαιώνιος, υπάρχει πριν από όλους τούς αιώνες, δηλαδή πριν από την ορατή και αόρατη δημιουργία.
Πρόκειται για το δεύτερο πρόσωπο τής Άγιας Τριάδος. και γεννήθηκε προαιώνιος από τον Πατέρα όπως ο ενδιάθετος λόγος γεννιέται από τον ανθρώπινο νου, απαθώς και αχρόνως - γι’ αυτό ονομάζεται Λόγος.
Μυστήριο αποτελεί η προαιώνια Γέννηση του Υιού από τον Πατέρα, άλλα μυστήριο είναι - κι αυτό δηλώνεται με το «άπορρήτως» - και η εν χρόνω «κατά σάρκα» γέννησή Του, δηλαδή ή γέννησή Του (‘’σάρκωση’’) ως ανθρώπου από την Παρθένο σε κάποια χρονική στιγμή. Διότι ναι μεν γεννήθηκε ως άνθρωπος «καθ’ ημάς», όπως εμείς, και έγινε όντως άνθρωπος- αλλά και γεννήθηκε «υπέρ ημάς», υπερβαίνοντας τούς φυσικούς νόμους. Διότι ή σύλληψή του στην άχραντη κοιλία τής πάναγνης Μαριάμ έγινε εκ Πνεύματος Αγίου- ήταν η γέννησή Του ήταν ανώδυνη, χωρίς ωδίνες, χωρίς τούς πόνους του τοκετού. και επιπλέον ή κυοφορία και γέννησή Του επισφράγισε την παρθενία τής Μητέρας Του, την ανέδειξε Αειπάρθενο, «την μόνην Μητέρα και Παρθένο».
Άς δούμε έπίσης τή φράση «τόν προαιώνιον Λόγον έν σπηλαίῳ» στο εύρος των συμπαραδηλώσεών της : Τό μεγαλείο του προσώπου συμπλέκεται αριστοτεχνικά μέ την ταπείνωσή Του. Ό προαιώνιος Λόγος γεννιέται ως άνθρωπος - ασύλληπτο βάθος κενώσεως - άλλά και συγκαταβαίνει νά γεννηθεί σέ ξένο σπήλαιο, κατάλυμα τών ζώων, ως ό πιο φτωχός, ο ανέστιος, ο καταδιωγμένος και περιφρονημένος - «διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι», δεν υπήρχε γι’ αυτόν τόπος στο κατάλυμα των ανθρώπων (Λουκ. 2: 8), δείγμα της διαρκούς συστημικής καταπτώσεως της ανθρωπότητας , τής βαθιάς κοινωνικής διαφθοράς του ανθρώπου, πού είχε χάσει και τη στοιχειώδη προσήνεια, αλληλεγγύη και συμπόνια.
Απομένει μια δήλωση χρόνου να ερμηνεύσουμε: «σήμερον»- «Ή Παρθένος σήμερον». Γιατί σήμερα, αφού γέννησε τον Κύριο τότε, πριν από τόσα χρόνια; Εδώ υπονοείται άλλη μία ασύλληπτη δωρεά της θείας φιλανθρωπίας: Μέσα στή λατρεία τής ’Ορθόδοξης Εκκλησίας τα μέλη της δύνανται να υπερβούν τις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου και να βιώσουν το εορταζόμενο γεγονός σαν να γίνεται εδώ και τώρα, σήμερα- χωρίς να το αντιλαμβάνονται μέ τίς αισθήσεις τους, αλλά οπωσδήποτε πεπληρωμένοι από τούς γλυκύτατους καρπούς, τούς κρουνούς τής θείας Χάριτος πού απέρρευσαν από αυτό.
«Χόρευε, ή οικουμένη άκουτισθεϊσα· δόξασον μετά άγγέλων και τών ποιμένων βουληθέντα έποφθήναι παιδίον νέον, τόν πρό αιώνων Θεόν».
Ή δεύτερη και τρίτη πρόταση αποτελούν έμμεσες αξιολογικές καταλήξεις στην δράση μέσα από ήπιες συστάσεις και προτροπές του ποιητή άγ. Ρωμανού του Μελωδού προς την οικουμένη για τον ενδεδειγμένο τρόπο πρόσληψης και αφομοίωσης του γεγονότος: Οικουμένη, μάθε το γεγονός και χόρευε, σκιρτά από χαρά. Διότι η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού είναι «ὑμῖν χαρὰν μεγάλην ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, 11 ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτὴρ ὅς ἐστιν Χριστὸς Κύριος» (Λουκ. 2:10-11). Γι’ αυτό δόξασε τον Κύριο πού ήλθε να σε σώσει- δοξολόγησε Τον επάξια, με καθαρή καρδιά, μαζί με τους ανυστερόβουλους υμνωδούς, τούς άγιους αγγέλους- μαζί με τούς ευλαβείς προσκυνητές του θείου Βρέφους, τους απλούς και καλόπιστους ποιμένες. Δόξασε, συνεχίζει ό ποιητής, Αυτόν που θέλησε, που ευδόκησε να φανερωθεί ως «παιδίον νέον», ενώ είναι «ο πρό αιώνων Θεός».
Αυτός πού παρότι ως Θεός δεν έχει ηλικία, ως άνθρωπος είναι «παιδίον», βρέφος μιάς ημέρας! Μάλιστα «παιδίον νέον», όχι σαν τ’ άλλα παιδιά, αλλά τελείως μοναδικό: έξω από τον κύκλο τής φθοράς του Αδάμ, χωρίς τη βλάβη και διαφθορά πού επέφερε στην ανθρώπινη φύση η πτώση του προπάτορα. Το «παιδίον» αυτό όχι μόνον φέρει τη φύση του Αδάμ, αλλά αυτή είναι αναγεννημένη έξ άκρας συλλήψεως. Γίνεται μια καινούργια αρχή για την ανθρωπότητα. Αρχή απολυτρώσεως από την αμαρτία, τη φθορά και τον θάνατο.
Γι’ αυτό δόξασέ Τον. Υποδέξου τον Κύριο με δοξολογική διάθεση, πνευματική χαρά και ευγνωμοσύνη, όπως οι άγιοι άγγελοι και οι άκακοι ποιμένες(Λουκ. 2:8-18): ‘’Καὶ ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ τῇ αὐτῇ ἀγραυλοῦντες καὶ φυλάσσοντες φυλακὰς τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην αὐτῶν. Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη αὐτοῖς καὶ δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αὐτούς, καὶ ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ ἄγγελος· Μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτὴρ ὅς ἐστιν Χριστὸς Κύριος ἐν πόλει Δαυῒδ. Καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ σημεῖον, εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ. Καὶ ἐξαίφνης ἐγένετο σὺν τῷ ἀγγέλῳ πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου αἰνούντων τὸν Θεὸν καὶ λεγόντων· Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία. Καὶ ἐγένετο ὡς ἀπῆλθον ἀπ’ αὐτῶν εἰς τὸν οὐρανὸν οἱ ἄγγελοι, καὶ οἱ ἄνθρωποι οἱ ποιμένες εἶπον πρὸς ἀλλήλους· Διέλθωμεν δὴ ἕως Βηθλέεμ καὶ ἴδωμεν τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονὸς ὃ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν. Καὶ ἦλθον σπεύσαντες καὶ ἀνεῦρον τήν τε Μαριὰμ καὶ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ. ἰδόντες δὲ διεγνώρισαν περὶ τοῦ ῥήματος τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου· καὶ πάντες οἱ ἀκούσαντες ἐθαύμασαν περὶ τῶν λαληθέντων ὑπὸ τῶν ποιμένων πρὸς αὐτούς’’.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου