Στον τόμο αυτό (Πάτρα 2021, Σελίδες: 562) συγκεντρώνονται μελέτες γύρω από τη «λαϊκή» και τη «δημοφιλή» κουλτούρα (19ος-20ός αι).
Μέσα από τον διάλογο διαφορετικών επιστημονικών πεδίων, ο τόμοςi φιλοδοξεί να φέρει στο προσκήνιο της ακαδημαϊκής συζήτησης την «επινόηση των καθημερινών πρακτικών» και τη βιωμένη εμπειρία των «συνηθισμένων ανθρώπων», καθώς οι επιμελητές του διαπιστώνουν την έλλειψη μιας οργανωμένης ελληνικής βιβλιογραφίας γύρω από το θέμα και διατυπώνουν την ελπίδα το εκδοτικό τους εγχείρημα να έχει συνέχεια, παρακολουθώντας τη διαρκή ανανέωση των σχετικών στο θέμα μελετών .
Η ποικιλία των προσεγγίσεων αποτυπώνεται και στη θεματολογία προκειμένου να ενσωματώσουν στις μελέτες και προβιομηχανικές μορφές λαϊκής κουλτούρας, πλάι στις μορφές της σύγχρονης δημοφιλούς κουλτούρας.
Τα άρθρα επικεντρώνονται στο δημοτικό τραγούδι, στον υλικό πολιτισμό, στα λαϊκά αναγνώσματα και περιοδικά, στη λαϊκή ζωγραφική, στο σινεμά, στην τηλεόραση, στα κόμικς, στο ρεμπέτικο τραγούδι, στην εξέλιξη της ροκ μουσικής και της νεανικής κοινωνικότητας, στις νεωτερικές ερμηνείες της παράδοσης .
Χωρίς να υιοθετούν εκ των προτέρων κάποιο «ενδεδειγμένο» θεωρητικό πλαίσιο ή μεθοδολογία, οι δύο επιμελητές, στην εισαγωγή τους, προχωρούν σε με εκτεταμένη ανασκόπηση των θεωρητικών προσεγγίσεων της λαϊκής κουλτούρας, ξεκινώντας από τις επεξεργασίες του Γκράμσι, για να προχωρήσουν σε αυτές του Βάλτερ Μπένγιαμιν και τις θεμελιακές έρευνες της Σχολής της Φραγκφούρτης, τις αναλύσεις του Μπαχτίν αλλά και των άγγλων θεωρητικών, όπως ο Ρέιμοντ Ουίλιαμς ή ο Ρίτσαρντ Χόγκαρθ, τις έρευνες του Ουμπέρτο Έκο ή το έργο θεωρητικών της «πολιτισμικής στροφής», όπως ο Έντουαρντ Σαΐντ, ο Φρέντρικ Τζέιμσον κ.ά.
Περαιτέρω, ο ανά χείρας τόμος διαρθρώνεται σε τέσσερις ενότητες.
Στην πρώτη, δύο κείμενα μελετούν πτυχές του λαϊκού πολιτισμού:
ο Αλέξης Πολίτης εξετάζει το δημοτικό τραγούδι στο πλαίσιο της καθημερινής δραστηριότητας των αγροτικών πληθυσμών που το παρήγαγαν, συνδέοντάς το με τις καθημερινές τους πρακτικές, ενώ η Κωνσταντίνα Μπάδα σκιαγραφεί την πορεία της εθνογραφικής έρευνας του υλικού βίου και πολιτισμού.
Γιάννης Παπαθεοδώρου. |
Εδώ ο Γιάννης Παπαθεοδώρου μελετά τις επιβιώσεις των «αναγνωσμάτων του νέου ελληνισμού» (όρο που εισήγαγε ο Άλκης Αγγέλου για να σηματοδοτήσει την παλαιότερη μη προφορική λαϊκή λογοτεχνία) και τον πολιτισμικό ρόλο που διαδραμάτισαν στη σκέψη λογίων του τέλους του 19ου αιώνα, ενώ ο Αλέξανδρος Κατσιγιάννης εξετάζει τα ίδια αυτά αναγνώσματα, αλλά και τη μεταφρασμένη πεζογραφία, και τις ιδεολογικές χρήσεις τους από τους διανοούμενους του 19ου αιώνα για τις ποικίλες εννοιολογήσεις του εθνικού.
Στο ίδιο κλίμα, η Ελένη Ανδριάκαινα προσεγγίζει τη διάλεξη του Σεφέρη για τον Μακρυγιάννη στο πλαίσιο των ιδεολογικών αναζητήσεων σχετικά με την ελληνική ταυτότητα και ιστορική συνέχεια, ενώ η Σοφία Ζησιμοπούλου διερευνά την πρόσληψη του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου από τη Γενιά του ’30 και την πολιτισμική κατασκευή μιας επιλεκτικής παράδοσης.
Η τρίτη ενότητα εισάγει τον αναγνώστη στη διαμόρφωση της δημοφιλούς κουλτούρας, μέσα από τέσσερις μελέτες έντυπων και μουσικών ειδών:
Χρήστος Δερμεντζόπουλος. |
Οι Χρήστος Δερμεντζόπουλος και Λάμπρος Φλιτούρης μελετούν το λαϊκό Μυθιστόρημα, εστιάζοντας στη μετάβαση από το «ληστρικό ανάγνωσμα»(19οςμ.Χ) στο περισσότερο «δυτικότροπο» δημοφιλές Μυθιστόρημα με θέμα το έγκλημα και την παραβατική συμπεριφορά, που συνομιλεί με το ευρωπαϊκό αστυνομικό μυθιστόρημα της εποχής.
Το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι εξετάζει ο Λεωνίδας Οικονόμου, εστιάζοντας στους τρόπους κατανόησης, αξιολόγησης και οικειοποίησης στη δημόσια σφαίρα, κατά την περίοδο 1930-1990, ενώ ο Νίκος Μποζίνης σκιαγραφεί την ιστορική εξέλιξη της ροκ μουσικής στην Ελλάδα και τον τρόπο με τον οποίο μετατρέπεται σε μέσο καταγγελίας του αυταρχισμού, του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας.
Τέλος, ο Γιάννης Σκαρπέλος μελετά το κόμικ ως κατεξοχήν είδος της δημοφιλούς κουλτούρας, αναλύοντας, ειδικότερα, τα Κλασικά Εικονογραφημένα και τη σχέση τους με τον οπτικό πολιτισμό και, ευρύτερα, το μετεμφυλιακό πολιτισμικό πλαίσιο.
Στην τελευταία ενότητα εξετάζεται η δημοφιλής κουλτούρα έτσι όπως εκφράζεται στα νεότερα μέσα, όπως ο κινηματογράφος και η τηλεόραση:
- Σε μια σκιαγράφηση του κοινωνικού, πολιτισμικού και αισθητικού πεδίου επί του οποίου αναπτύσσεται ο ελληνικός κινηματογράφος της περιόδου 1950-1975 προχωρά ο Χρήστος Δερμεντζόπουλος, ενώ η Άννα Πούπου εξετάζει ταινίες «εγκλήματος και μυστηρίου» του «παλιού» ελληνικού κινηματογράφου, που συγκροτούν την ελληνική εκδοχή του φιλμ νουάρ, ως προνομιακό δείκτη των κοινωνικών μετασχηματισμών στις μεταπολεμικές ελληνικές πόλεις.Ακόμη, η Μάρθα Μιχαηλίδου διερευνά τους μετασχηματισμούς στη μελέτη της τηλεόρασης από το 1950 μέχρι σήμερα, από την εστίαση στην επίδραση της τηλεόρασης στην κοινή γνώμη στην προσέγγιση του τηλεοπτικού είδους ως σύμβασης, στην έρευνα της πρόσληψης και στη διερεύνηση των αποκωδικοποιήσεων του τηλεοπτικού κειμένου , ενώ ο Γρηγόρης Πασχαλίδης μελετά τις παραλλαγές του γνωστού κολάζ του Richard Hamilton, Τι είναι αυτό που κάνει τα σημερινά σπίτια τόσο ελκυστικά; (1956) από νεότερους και μάλιστα μη δυτικούς καλλιτέχνες, για να αναδείξει τον οικιακό χώρο σε ιδανικό πεδίο έρευνας της υλικής και άϋλης κουλτούρας της καθημερινότητας.
ΠΗΓΗ
iβλ.Σπύρος Κακουριώτης. (2022, September 4). Μαζική κουλτούρα όγκοι κοπριάς; (του Σπύρου Κακουριώτη). ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ | ΝΕΑ ΕΚΔΟΤΩΝ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΩΝ. Retrieved September 8, 2022, from https://www.oanagnostis.gr/maziki-koyltoyra-ogkoi-koprias-toy-spyroy-kakoyrioti/.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου