Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2024

Παράδοση και Αλλαγή

Ποια είναι η ορθόδοξη εμπειρία της παράδοσης και της αλλαγής; 

Στην Αγ. Γραφή και στην εκκλησιαστική ιστορία, ο λαός του Θεού έχει αντιδράσει με διάφορους τρόπους σε εξωτερικά γεγονότα, αλλά το θεμελιώδες ένστικτο της Ορθοδοξίας όσον αφορά την παράδοση υπήρξε πάντοτε η αντίδραση του αποστόλου Πέτρου κατά τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος: «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι»(Ματθ. 17:4).

Στην καλύτερη εκδοχή της, η παράδοση είναι αγαθή, παραμυθητική και ζωογόνος...Ωστόσο, η ιστορία του λαού του Θεού διακρίνεται επίσης από ριζικές αλλαγές.

Πράγματι, μπορούμε να πούμε ότι η αλλαγή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ορθόδοξης παράδοσης. Όταν μιλάμε για την παράδοση και την αλλαγή, αναφερόμαστε στη διάκριση της καθοδήγησης του Θεού σε κάθε εποχή και τόπο.

Ο καθένας από εμάς πρέπει να απαντήσει στο παρακάτω ερώτημα: 

«Τι πρέπει να κάνω αυτή τη στιγμή, σε αυτό το μέρος, με αυτούς τους ανθρώπους ώστε να έρθω πιο κοντά στον Χριστό;». 

Ένα από τα εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της θείας καθοδήγησης στη Βίβλο και στην εκκλησιαστική ιστορία είναι ότι η αναζήτηση ενός ατόμου μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για αυτή τη δυναμική διαδικασία.

Αναλογιστείτε τις αποκαλύψεις στον Αβραάμ, τον Μωυσή και τον Παύλο.

Και οι τρεις ξεκίνησαν με προσωπικές αποκαλύψεις που τελικά έθεσαν τα θεμέλια για εντελώς νέα στάδια στη ζωή του λαού του Θεού. Η διαδικασία είναι περίπλοκη, αργή και περιλαμβάνει πολλές ερωτήσεις, συζητήσεις, αντιδράσεις, αδιέξοδα, σφάλματα και σκοτεινά σημεία, ενώ το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο.

Εδώ βρίσκεται το παράδοξο: η υγιής αλλαγή έχει τις ρίζες της στην ορθή παράδοση. 

Αν θέλουμε να διακρίνουμε που μας καθοδηγεί το Αγ. Πνεύμα κατά την περίοδο των αλλαγών, πρέπει να είμαστε πλήρεις Αγίου Πνεύματος και αυτό καθίσταται δυνατό διά της Χριστιανικής παράδοσης της πίστης, της λατρείας και της προσευχής: Η πίστη στην παράδοση βρίσκεται σε μια σχέση έντασης με την πίστη στην ελευθερία μας εν Χριστώ.

Εξαρχής δεν ήταν απλό να εντοπιστεί η ισορροπία μεταξύ της καινής εμπειρίας και της καθιερωμένης παράδοσης.

Οι Ιουδαίοι αντίπαλοι του αναδυόμενου χριστιανικού κινήματος τον πρώτο αιώνα–συμπεριλαμβανομένου του Σαούλ και μετέπειτα Παύλου από την Ταρσό– πίστευαν ότι παρέμεναν πιστοί στις Γραφές και την παράδοση, όταν αντιστέκονταν και προσπαθούσαν να καταστείλουν τους πρώτους χριστιανούς κατηγορώντας τους ως αιρετικούς.

Λίγα χρόνια αργότερα οι Ιουδαιοχριστιανοί, πεπεισμένοι ότι ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, θεωρούσαν ότι παρέμεναν πιστοί στις Γραφές και την παράδοση με το να αντιτάσσονται στην αποδοχή των εθνικών εκ μέρους της Εκκλησίας, εκτός αν εκείνοι τηρούσαν τον Νόμο της περιτομής.

Πολλές συζητήσεις διεξάχθηκαν για την παράδοση και την αλλαγή και συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της εκκλησιαστικής ιστορίας.

Τον 3ο και 4ο αιώνα οι σκληροπυρηνικοί αντιτάχθηκαν σε ποιμαντικές προσαρμογές που θα επέτρεπαν στους «πεπτωκότες»– όσους είχαν απαρνηθεί την πίστη τους κατά τη διάρκεια των ρωμαϊκών διωγμών– να γίνουν πάλι δεκτοί στην εκκλησιαστική κοινωνία (η πλειοψηφία της Εκκλησίας υιοθετούσε μια πιο φιλεύσπλαχνη τάση).

Τον 4ο αιώνα οι συντηρητικοί απέρριψαν την εισαγωγή του όρου «ομοούσιος» στο Σύμβολο της Νικαίας, επειδή δεν υπήρχε στις Γραφές.

Τον 8ο και 9ο αιώνα, οι εικονομάχοι κατέστρεψαν τις εικόνες, θεωρώντας την εικονογραφία ως κατάφωρη παραβίαση της βιβλικής εντολής που απαγορεύει την κατασκευή ειδώλων.

Τον 14ο αιώνα επίσκοποι σε εκκλησιαστικές συνόδους καθαίρεσαν, εξόρισαν και επέβαλαν φυλάκιση αρκετές φορές στον αγ. Γρηγόριο Παλαμά (1296-1357), προτού η ησυχαστική θεολογία αναγνωριστεί ως ορθόδοξη.

Όπως τόνισε ο Ιησούς: «πᾶς γραμματεὺς μαθητευθεὶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ ὅστις ἐκβάλλει ἐκ τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά» (Κατά Ματθαίον 13:52)i

Οι επίσκοποι, ως οι κατεξοχήν διδάσκαλοι της εκκλησίας, έχουν ως πρωταρχική αποστολή να διακρίνουν ποιοι θησαυροί–παλαιότεροι ή νεότεροι–είναι αναγκαίοι αυτήν την στιγμή.

Αυτό ακριβώς σημαίνει ότι πρέπει να ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας (Πρβλ. Β΄ Προς Τιμόθεον 2:15). Τα υπόλοιπα μέλη της εκκλησίας μπορούν και πρέπει να θέσουν ερωτήσεις, ιδέες, συμβουλές και προτροπές, αλλά τελικά εναπόκειται στους επισκόπους να ακούσουν και να διακρίνουν «τὶ τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις» (Αποκάλυψις 2:7).

Η ανωτέρω στάση δεν πρέπει να εξιδανικεύεται. Η διάκριση εντός της Εκκλησίας αποτελεί μια περίπλοκη διαδικασία που λαμβάνει χώρα με την πάροδο του χρόνου μέσα από την τριβή ατελών ανθρώπων, οι οποίοι βλέπουν «γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» (Α΄ Κορινθίους 13:12).

Παρά ταύτα, οι Ορθόδοξοι παραμένουν πλήρως αφοσιωμένοι σ’ αυτήν τη χαοτική, οδυνηρή και ασκητική διαδικασία. Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ (1893-1979)  επισήμανεii ότι για τον «παλαιό άνθρωπο» που κυριαρχείται από το «εγώ» και την έπαρση η εν λόγω προσπάθεια είναι «αδιανόητη», ο κάθε χριστιανός όμως, καθώς και η Εκκλησία εν συνόλω, πρέπει να βρουν τη δύναμη να ελευθερωθούν.

 Σε μια τολμηρή δήλωση για την παράδοση και την αλλαγή ο Φλωρόφσκυ τονίζει τα εξήςiii:

Πιστὸτης εἰς τὴν Παράδοσιν σημαίνει ὄχι μόνον συμφωνίαν μὲ τὸ παρελθὸν ἀλλὰ καὶ κατὰ κάποιαν ἔννοιαν, ἐλευθερίαν ἀπὸ τὸ παρελθόν, ὅπως ἀπὸ ἕνα ἐξωτερικὸν καὶ τυπικὸν κριτήριον. Ἡ Παράδοσις δὲν εἶναι μόνον μία προστατευτική, συντηρητική ἀρχή, ἀλλὰ πρωτίστως εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς αὐξήσεως καὶ τῆς ἀναγεννήσεως […] Παράδοσις εἶναι ἡ διαρκὴς διαμονὴ τοῦ Πνεύματος καὶ ὄχι μόνον ἡ ἀπομνημόνευσις λέξεων. Παράδοσις εἶναι ἀρχὴ χαρισματικὴ καὶ ὄχι ἱστορική.

Η ταραχώδης ιστορία της Εκκλησίας καταδεικνύει ότι η λήψη αποφάσεων εκ μέρους των επισκόπων και η αποδοχή τους από τους πιστούς σπανίως είναι ξεκάθαρη. Πρέπει επίσης να παραδεχτούμε ότι το ιδανικό της διαβούλευσης και της συνοδικότητας δεν εφαρμόζεται στην πράξη συχνά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Οι επίσκοποι είναι ελεύθεροι να κρίνουν, να μεταβάλλουν ή να απορρίψουν τις συμβουλές και τις πρωτοβουλίες που προτείνονται από άλλα μέλη της Εκκλησίας κι αυτό μπορεί να αποθαρρύνει τους υπόλοιπους πιστούς. Επιπλέον, οι επίσκοποι έχουν γίνει διαβόητοι διότι θεωρείται ότι οδηγούν την Εκκλησία σε λάθος κατευθύνσεις.

Συχνά, μάλιστα, βρίσκονται αντιμέτωποι σε αντίθετες πλευρές αμφιλεγόμενων ζητημάτων. Επομένως, όταν κάνουμε λόγο για την εξουσία των επισκόπων, δεν αναφερόμαστε ατομικά σ’ αυτούς, αλλά στη συλλογική τους μαρτυρία εν συνόδω, η οποία διαμορφώνεται με την πάροδο του χρόνου. 

Είναι αναγκαίο να είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι στο σώμα του Χριστού–επίσκοποι, κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί–ούτως ώστε να διακρίνουμε το θέλημα του Θεού στην εποχή μας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ιησούς είπε στη Σαμαρείτισσα πως «ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Κατά Ιωάννην 4:23).

Όταν μιλάμε για αλλαγή και παράδοση, στην πραγματικότητα αναρωτιόμαστε πώς μπορούμε να διακρίνουμε την αλήθεια σχετικά με την πραγματικότητα που βιώνουμε αυτήν τη στιγμή.

Οι νέες γνώσεις και εμπειρίες απαιτούν τη συνεχή προσαρμογή των σχεδίων μας με σκοπό την κατανόηση της πραγματικότητας.

Υπό αυτές τις νέες συνθήκες, είναι αναπόφευκτο ότι θα προκύψουν λάθη και πειρασμοί, καθώς αγωνιζόμαστε να διακρίνουμε το θέλημα του Θεού εντός των πρόσκαιρων περιστάσεων και του πνεύματος της εποχής.

Από την άλλη πλευρά, η τυφλή προσκόλληση στην Παράδοσηiv ενδέχεται να μας εμποδίσει να διακρίνουμε την μεταβαλλόμενη πραγματικότητα και να μετατρέψει την πίστη μας σε μια ακόμη ιδεολογία (...).

Θα ήταν ωφέλιμο, ωστόσο, να γνωρίζουμε ότι οι ίδιοι ακούνε προσεκτικά τα υπόλοιπα μέλη της Εκκλησίας.

ΠΗΓΑΙ

i δηλ. Ο δε Κυριος τους είπε· “δια τούτο και εγώ σας λέγω· Καθένας που διδάχθηκε και έμαθε τις αληθείες της βασιλείας των ουρανών, είναι όμοιος με πλούσιο νοικοκύρην, ο όποιος βγάζει από τους θησαυρούς αυτού καινούργια και παλαιά”.

ii Γεώργιος Φλωρόφσκυ,  «Ἡ Καθολικότης τῆς Ἐκκλησίας» στο Ἀγία Γραφή, Ἐκκλησία καὶ Παράδοσις, μτφ. Δημήτριος Γ. Τσάμης, Θεσσαλονίκη: Π. Πουρνάρας, 2003, 50-78.

iii Στο ίδιο, 64-65.

iv John Jillions (Dr.). (2024, September 26). Tradition and Change. publicorthodoxy. Retrieved September 28, 2024, from https://publicorthodoxy.org/2024/09/26/tradition-and-change/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου