«Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί »!1
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Φαραντάτου, πρ.ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ & ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ, (1999), ΑΝΘΗΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ, ΕΚΔΟΣΙΣ I. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ – ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ, Αθήνα, σσ.16-20.]
Προφητικός ό λόγος της Παναγίας Παρθένου! Πράγματι! Δύο χιλιάδες και πλέον χρόνοι έχουν παρέλθει, άφ' ότου έξήλθεν έκ τών χειλέων της ό λόγος, ότι αί γενεαί τών ανθρώπων θά μακαρίζουν καί θά ευλογούν αυτήν, «τήν μόνην άμωμον έν γυναιξί καί καλήν»2, διά τάς πολυτίμους υπηρεσίας της πρός τήν άνθρωπότητα.
Καί δέν υπάρχει εορτή της Θεοτόκου, πού οί πιστοί Χριστιανοί νά μή τήν τιμούν καί νά μή σπεύδουν νά κατακλύσουν τούς ναούς μας, διά νά άναμέλψουν τούς ύμνους πρός τήν Θεομήτορα.
Είναι τόσον κοντά πρός πάντα άνθρωπον η Παναγία, ώστε όλοι νά τήν θεωρούν όχι μόνον Μητέρα τού Θεού, άλλά καί ιδική των, πρός τήν Οποίαν, με όλον τό θάρρος, ανοίγουν τάς ψυχάς των νά εκμυστηρευθούν τούς πόνους και τάς άνάγκας των!
Δονούνται καί πάλιν οι θόλοι των ναών μας κατά τόν 15αύγουστον.
Τροπάριο γ'. Ωδής Μικρού Παρακλητικού κανόνος.
Προστασίαν
καὶ σκέπην,
ζωῆς
ἐμῆς τίθημι,
Σέ,
Θεογεννῆτορ,
Παρθένε,
σύ με κυβέρνησον,
πρὸς
τὸν λιμένα σου,
τῶν
ἀγαθῶν ἡ αἰτία,
τῶν
πιστῶν τὸ στήριγμα,
μόνη
πανύμνητε.
Ψυχαί πισταί σπεύδουν νά συνοδεύσουν μέ εύλάβειαν τά ψάλματα3 είς τούς ιερούς ναούς, πού άναπέμπονται πρός τήν Παναγίαν.
Διότι, εις αυτήν τήν άγίαν μορφήν όο καθένας εμπιστεύεται «τόν ψυχικόν τάραχον και της άθυμίας τήν ζάλην»4 καί παρακαλεί τήν Δέσποιναν τού κόσμου νά «διασκέδαση» αυτά άπό τήν ψυχήν του, αφού αυτή, η πανάμωμος Κόρη, έγέννησε «τόν αρχηγόν της γαλήνης».
Είναι αλήθεια, ότι καθ' όλους τούς χριστιανικούς χρόνους η Παναγία επιστεύθη ώς «θλιβομένων η χαρά καί αδικούμενων προστάτις καί πενομένων τροφή», αλλά, ακόμη, «άβοηθήτων δύναμις καί ελπίς απηλπισμένων».
Η πείρα εδραίωσε τήν πίστιν εις τάς ψυχάς, ότι εκείνος πού καταφεύγει εις «τήν κραταιάν άντίληψιν» της ΙΙαναγίας, δέν πρόκειται νά καταισχυνθή. Καί είναι τόσαι αί «περιστάσεις καί θλίψεις καί άνάγκαι καί αί συμφοραί τού βίου», πού ευρίσκουν κάθε άνθρωπον, ώστε, χωρίς τήν «θερμήν άντίληψιν»της Θεοτόκου νά μή ήμπορή κανείς ν’ αντιμετώπιση τήν ζωήν.
Μέ πόσην εύλάβειαν ψάλλομεν πρός τήν Παναγίαν: «...πρός τίνα καταφύγω άλλην 'Αγνή; πού προσδράμω λοιπόν καί σωθήσομαι; πού πορευθώ; ποιαν δέ εφεύρω καταφυγήν; ποιαν θερμήν άντίληψιν; ποιαν έν ταίς θλίψεσι βοηθόν; Εις σε μόνην ελπίζω! Εις σέ μόνην καυχώμαι! Καί επί σέ θαρρών κατέφυγον».
Πράγματι! Ποιος έζήτησε κάτι μέ πίστιν άπό τήν Παναγίαν καί δέν τό έλαβε; Ποιος κατέφυγε πρός τήν Σκέπην της καί δέν τόν επροστάτευσε; Ποιος «ζήτησε την μεσιτείαν της πρός τόν Θεόν καί Κύριον καί δέν άπέσπασε τήν χάριν της;
Αν σιωπήσουν αί ανθρώπινοι γλώσσαι θά υψώσουν φωνήν οί λίθοι, διά νά μαρτυρήσουν τήν άλήθειαν, ότι έκείινη είναι, «πρεσβεία θερμή καί τείχος άπροσμάχητον, ελέους πηγή»!
Κανείς καλόπιστος άνθρωπος δέν ήμπορεί νά άμφισβητήση «τήν ταχινήν βοήθειαν» της Παναγίας πρός τάς αιτήσεις μας.
Καί ό ιερός ύμνωδός έπαναλαμβάνεί τήν πίστιν αυτήν των ψυχών μας: «ούδείς προστρέχων έπί σοί κατησχυμένος άπό σου έκπορεύεται, άγνή Παρθένε, Θεοτόκε, άλλ' αίτεΐται τήν χάριν καί λαμβάνει τό δώρημα, πρός τό συμφέρον της αίτήσεως»!
Αλήθεια!
Συνήθως ζητούμε άπό τήν Παναγίαν νά ίκανοποιήση τά αίτήματά μας! Όμως, έχομεν ποτέ άναλογισθή, αν όλα εκείνα πού ζητούμε νά μας ίκανοποιήση κατατείνουν «πρός τό συμφέρον» μας: Διότι συμφέρον μας δέν είναι μόνον εκείνο, πού ικανοποιεί τάς άνάγκας μας εις τήν παρούσαν ζωήν, άλλά καί εκείνο πού άναφέρεται εις τό αιώνιον μέλλον μας.
Καί είναι πολύ σπουδαιότερον τό πνευματικόν συμφέρον μας, τό όποιον, έστω καί άν έμείς τό λησμονούμεν, η Παναγία δέν τό ξεχνά, καί πρός χάριν αύτού, του πνευματικού μας συμφέροντος, ένίοτε δέν στέργει νά ίκανοποιήση τάς παρακλήσεις μας.
Ασχέτως όμως, έστω καί άν δέν ικανοποιούνται πάντοτε τά αίτήματά μας, εις τάς ψυχάς μας είναι έδραιωμέιηη η πίστις, ότι η Παναγία είναι όχι μόνον η προστάτις καί η καταφυγή μας αλλά καί η μεσίτριά μας πρός τόν Κύριον!
Συνήθως δέν ζητοϋμε κάτι αμέσως άπό τόν Θεόν! Άναθέτομεν εις τήν Παναγίαν νά μεσιτεύσει, νά πρεσβεύση εκείνη πρός τόν Υιόν της!
Καί γνωρίζομεν, ότι «πολλά ισχύει δέησις μητρός ττρός εύμένειαν Δεσττότου». Τήν Παναγίαν τήν αίσθανόμεθα πιό συγγενή πρός τήν πτωχείαν μας. Διότι γνωρίζομεν, ότι καί εκείνη ύπήρξεν άνθρωπος, κατά πάντα όμοιος μέ έμάς, ήσθάνθη καί εκείνη ό,τι καί εμείς, επόνεσε, έφοβήθη, εύρέθη πρό κινδύνων, εδάκρυσε καί έσπάραξεν η καρδιά της, όταν αντίκρισε επί του σταυρού τόν Μονογενή της.
Ακόμη τήν Παναγίαν τήν αίσθανόμεθα ώς προσφοράν μας πρός τό Θείον, διά νά συντελεσθή τό μυστήριον της Θείας οικονομίας διά τήν σωτηρίαν μας!
Αν άγαπώμεν καί εύλαβούμεθα τήν Παναγίαν, άν τήν έπικαλούμεθα εις τάς περιστάσεις καί τάς άνάγκας μας, είναι διότι τήν αίσθανόμεθα ώς μητέρα μας. Καί πιστεύομεν, ότι, όπως κάθε μητέρα, έτσι καί η Παναγία άντιλαμβάνεται ό,τι μάς άπασχολεί, ό,τι μάς ενδιαφέρει!
Εις αύτήν έμπιστευόμεθα κάθε θέμα μας καί τήν παρακαλούμεν: «τήν δέησίν μου δέξαι τήν πενιχράν, καί κλαυθμόν μή παρίδης καί δάκρυα καί στεναγμούς· άλλ’ άντιλαβού μου ώς άγαθή καί τάς αιτήσεις πλήρωσον δύνασαι γάρ πάντα»!
Είναι πίστις μας άκλόνητος, ότι ό παντοδύναμος Κύριος έχαρίτωσε τήν εκλεκτήν του καί της έδωκε τήν δύναμιν νά ίκανοποιή τά αιτήματα καί νά συντρέχη τάς άνάγκας μας. Καί όταν γνωρίζωμεν, ότι η Παναγία «δύναται τά πάντα ώς πανσθενοΰς Δεσπότου μήτηρ», πώς νά μήν καταφεύγωμεν πρός τήν θερμήν άντίληψιν της;
1 Λουκ. 1. 48.
2 Έ κ της ‘Υμνολογίας των Χαιρετισμών.
3 Μικρός και Μεγάλος Παρακλητικός Κανών
4 Έ κ τοΰ Παρακλ, Κανόνος πρός τήν Παναγίαν Θεοτόκον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου