Η ταινία ''End Of The Tour ''(2015) μπορεί να φαίνεται σαν μια σεμνή, φλύαρη υπόθεση, αλλά είναι επίσης ένα πλούσιο και συναρπαστικό ταξίδι.
Οι ιστορίες για συγγραφείς σπάνια έχουν καλό αποτέλεσμα στο σινεμά.
Απ’ την άλλη πάντα θα υπάρχουν ταινίες για συγγραφείς και συγγραφικό έργο, και αυτή είναι σχεδόν τόσο καλή όσο φαίνεται, ένα συναρπαστικό ανθρώπινο δράμα τομή στον έξυπνο, καλογραμμένο κινηματογράφο.
Μια γοητευτική και ευαίσθητη ταινία για μια πενθήμερη συνάντηση μεταξύ ενός αναγνωρισμένου και πλέον αείμνηστου συγγραφέα David Foster Wallace (1962-2008) και ενός δημοσιογράφου του περιοδικού Rolling Stone, David Lipsky(1965-).
Μπορεί να βρεθούμε στην θέση να ευχόμαστε να μην χρειαζόταν, να ευχόμαστε να μην υπήρχε η ταινία "The End of the Tour" ακόμα κι όταν κρεμόμαστε από κάθε της λέξη και απολαμβάνουμε την τραχιά, παραδοσιακή ομορφιά της.
Αλλά ο κόσμος στον οποίο ζούμε μαστίζεται από όλες αυτές τις αυθεντικές λέξεις του Wallace, όπως ειπώθηκαν στο μαγνητόφωνο του κ. Lipsky το 1996 και μεταγράφηκαν, 14 χρόνια αργότερα κι εν τέλει έγιναν μια ‘’οπτικοποιημένη δράση’’ όπου οι λέξεις μιλούν πιο δυνατά από τις πράξεις.
Βέβαια οι θαυμαστές του Wallacei (ευρέως γνωστού για το μυθιστόρημά του, Infinite Jest, του 1996) μπορεί να περιμένουν κάποιες γνώσεις για τη δημιουργική ζωή του συγγραφέα, αλλ' η ταινία "The End of the Tour"ii αφορά περισσότερο την αποτύπωση μιας δοκιμαστικής σχέσης μεταξύ αυτών δύο δημιουργικών προσωπικοτήτων και της συναισθηματικής ειλικρίνειας για την οποία προσπάθησε ο συγγραφέας σ΄όλη του την ζωή.
Ο κύριος όγκος της εικόνας είναι οι δυό άνδρες που απλώς μιλούν – για το γράψιμο, για την τηλεόραση, για την τεχνολογία, τις σχέσεις, τη φήμη και, το πιο σημαντικό, για το ότι αν είναι γνήσιοι σ΄ ό,τι κάνουν, πράττουν, λέγουν. Όσο βρίσκουν συντροφικότητα, βιώνουν επίσης αντιπαλότητες, ζήλιες και παιχνίδια μυαλού. Αυτό είναι το υποφώσκον θέμα της ταινίας.
Βασίζεται στα απομνημονεύματα του δημοσιογράφου David Lipsky που πέρασε πέντε ημέρες με τον Wallace κατά τη διάρκεια της περιοδείας και ανόδου της δημοσιότητας του Infinite Jest, 12 χρόνια πριν από την αυτοκτονία του (2008) σε Illinois και Minnesota .
Με πρωταγωνιστή τον Jesse Eisenberg ( The Social Network ) ως δημοσιογράφο και εκκολαπτόμενο μυθιστοριογράφο David Lipsky και τον Jason Segal ( Forgetting Sarah Marshall ) ως Wallace, η ταινία είναι σε μεγάλο βαθμό ένα οικείο αμφίδρομο άθλημα υποκριτικής μεταξύ των δύο ηθοποιών.
Είναι επίσης σίγουρα μια από τις καλύτερες εξερευνήσεις του κινηματογράφου για μια απίστευτα συγκεκριμένη ψυχοδυναμική - αυτή του πολιτιστικού γίγαντα Wallace και του ρεπόρτερ David Lipsky που φαντάζεται μια μέρα να είναι τόσο σπουδαίος όσο το θέμα του και στον ίδιο τομέα.
Και παρόλο που ελάχιστα συμβαίνουν στην πλοκή, το υπέροχο σενάριο - προσαρμοσμένο από τα απομνημονεύματα του Lipsky από τον βραβευμένο με Πούλιτζερ θεατρικό συγγραφέα Donald Margulies - προωθείται από την πνευματώδη ερμηνεία των δύο πρωταγωνιστών και την περίπλοκη, εξελισσόμενη σχέση τους.
Το σενάριο του Donald Margulies, αφενός μεν μπορεί ειδολογικά να ταιριάξει καλά με το " Amadeus (2002)iii", μια άλλη ταινίαiv που αφορά μια μουσική ιδιοφυΐα και έναν υποδεέστερο καλλιτέχνη που απολαμβάνει την παρέα και την αύρα του, αφετέρου δε, χειρίζεται επιδέξια τις μακροσκελείς συνομιλίες τους, οι οποίες κυματίζουν πέρα δώθε σαν λεκτικός χορός, οι κινήσεις του οποίου εναλλάσσονται ανάμεσα στο να αφήνουν κατά μέρος τις άμυνες του εγώ τους και μετά να τις ξανασηκώνουν ως τοίχους.
Μας αφήνει τελικά, ο Margulies, να σκεφτόμαστε τα συναισθήματα και την πορεία της καριέρας του David Lipsky, και αν νιώθει ενοχές που χρησιμοποίησε τη σύντομη σχέση του με τον Wallace για να προωθήσει τη δική του καριέρα ως συγγραφέας βιβλίων.
Flashback 12 χρόνια νωρίτερα, και ο Lipsky είναι ένας πρόθυμος δημοσιογράφος του Rolling Stone με ένα μυθιστόρημα στο ενεργητικό του και την επιθυμία ότι κάτι πρέπει να αποδείξει. Πείθει τον εκδότη του να τον αφήσει να γράψει ένα εκτενές προφίλ του Wallace —ο οποίος ήταν τότε στο αποκορύφωμα της φήμης του— και σύντομα θα είναι σε ένα αεροπλάνο για το Normal του Illinois για να συναντήσει δια ζώσης τον λογοτεχνικό θρύλο.
Ο Lipsky και ο Wallace είναι εντελώς αντίθετοι — σχεδόν. Ο Wallace είναι ένας κοινωνικά δύστροπος, που ζει με δύο μαύρα σκυλιά στην παγωμένη μεσοδυτική περιοχή. Ο Lipsky είναι ένας φιλόδοξος νευρωτικός διανοούμενος από τη Νέα Υόρκη.
Στην αρχή, η σχέση τους είναι τεταμένη και αμήχανη, απλώς ο συγγραφέας, ο δημοσιογράφος και το θέμα. Ο Lipsky δεν κάνει καμία προσπάθεια να σπάσει τον πάγο, βάζοντας αμέσως το μαγνητόφωνο στο πρόσωπο του Wallace.
Σύντομα όμως οι δύο άντρες αρχίζουν να ανταλλάσσουν ιδέες και να δένονται με απόψεις για το κάπνισμα, το πρόχειρο φαγητό, την έλλειψη συζύγων ή παιδιών και την αγάπη για την αοιδό Alanis Morissette.
Ενώ οι δύο άντρες κάθονται δίπλα σε μια πτήση με το αεροπλάνο για τη Μινεάπολη, όπου ο Wallace κάνει την τελευταία του ανάγνωση σε μια περιοδεία βιβλίων, για παράδειγμα, οι δυο τους συνδέονται για λίγο σαν παλιοί φίλοι, χαμογελώντας και γελώντας - μέχρι που ο Lipsky σπάει τη οικεία στιγμή ρωτώντας τον Wallace για μια δύσκολη στιγμή, την ψυχιατρική νοσηλεία του στο παρελθόν.
Το περίεργο ζευγάρι μπορεί να βρήκε για λίγο κοινό έδαφος, αλλά όπως λέει ο Wallace στον Lipsky σε μια κορυφαία ατάκα του διαλόγου, «Είναι ωραίο, αλλά δεν είναι αληθινό».
Ως Wallace, ο Segal δείχνει το βάθος και τις αποχρώσεις ως ο ταλαίπωρος συγγραφέας, καθώς παλεύει με τη μοναξιά, την κατάθλιψη και την προσπάθεια για μια αυθεντική ύπαρξη. Στην πραγματικότητα το γράψιμο είναι κάτι που κάνει όταν δεν υπάρχει κανένας άλλος.
Το τελευταίο γίνεται σταθερό σημείο διαμάχης μεταξύ των δύο ανδρών και οι μετακειμενικές συζητήσεις τους σχετικά με την εμπειρία της συνέντευξης και την αληθοφάνεια, ή την έλλειψή της, ή της τελικής ενδοκειμενικής αναπαράστασης του Wallace από τον Lipsky, φαίνεται να απηχούν τις θεματικές ανησυχίες του ίδιου του συγγραφέα για την ειρωνεία και την αλήθεια.
Έτσι η μπαντάνα του Wallace, για παράδειγμα, θεωρείται απλώς ένα εμπορικό σήμα μάρκετινγκ, μπορεί να τη φορέσει ακόμα—ή τη χρειάζεται ως «κουβέρτα ασφαλείας», για «να μην εκραγεί το κεφάλι του»;
Η μπαντάνα γίνεται το μεταβατικό αντικείμενο ενός άντρα που μαθαίνει να εμπιστεύεται ξανά (σε μια μυθιστορία αγάπης, θα ήταν για «να ερωτευτεί ξανά»), ενώ ανησυχεί ότι θα πληγωθεί άλλη μια φορά.
Υπάρχουν πολλές στιγμές στο "The End of the Tour" που αντιπαθούμε τον Lipsky. Υπάρχουν μερικές στιγμές που μπορεί να τον βρούμε αηδιαστικό.
Ο Lipsky δεν είναι διανοητικά του επιπέδου του Wallace, είναι πολύ έξυπνος, καλός ακροατής και εξαιρετικός στο να ανοίγει θέματα, παρόλο που η συμπεριφορά του είναι αλαζονική: δεν πλησιάζει τον Wallace με την ανάλογη ταπεινοφροσύνη.
Αντιθέτως, τον αντιμετωπίζει από τη σκοπιά ενός συγγραφέα που πιστεύει ότι είναι ο δυνητικός ισάξιος του Wallace—κάποιος τόσο βαθύς όσο ο Wallace αλλά όχι τόσο επιτυχημένος ή διάσημος, προς το παρόν.
Όταν ο Wallace και ο Lipsky συναντιούνται είναι σαν να βγαίνουν ένα νευρικό πρώτο ραντεβού στα τυφλά. Αργότερα γίνονται αδέρφια, αστειεύονται για τις γυναίκες στο δρόμο και το πρόχειρο αμερικάνικο φαγητό. Ποτέ δεν θα δουν ο ένας το άλλο κατά πρόσωπο ως συγγραφείς (καθώς ο Wallace είχε λίγους ίσους με το δικό του ύψος), αλλά τελικά δένονται ως ανισοϋψείς δημιουργοί με φιλοδοξίες.
Για το σκοπό αυτό, η ταινία The End of the Tour είναι μια προειδοποιητική φλόγα για την δυσκολία συμβιβασμού προθέσεων, σκοπών, συναισθημάτων.
Ο Wallace φαίνεται ότι ‘’παγιδεύεται’’ σε ένα οικείο σύνολο αντιφάσεων. Θέλει προσοχή αλλά λαχταρά τη μοναξιά. Είναι πρόθυμος να συνεργαστεί με τον μηχανισμό της αμερικανικής δημοσιότητας, ακόμη κι αν ανησυχεί για την ανοησία όλων. Είναι φιλόδοξος μα και πρόθυμος να προστατεύσει τον εαυτό του από τις συνέπειες της φιλοδοξίας του.
Με λίγα λόγια, είναι ο ‘’Αμερικανός διάσημος συγγραφέας’’.
Ο Wallace φαίνεται να το υιοθετεί.
Γιατί; Ίσως επειδή είναι ακαδημαϊκός δάσκαλος, και τουλάχιστον λίγοι από τους φοιτητές του έχουν πραγματικό ταλέντο, και δεν θέλει ο εγωισμός ή η ανασφάλειά του να αποκλείσουν την πιθανότητα να διασταυρωθεί με έναν καλλιτέχνη.
Ή ίσως είναι απλώς ένας αξιοπρεπής, αισιόδοξος τύπος, παρόλο που είναι αρκετά προσεκτικός ώστε να εντοπίσει αμέσως όλα τα προειδοποιητικά σημάδια, ότι ο Lipsky δεν μπορεί να έχει πραγματική φιλία μαζί του και ότι γενικά είναι κακή ιδέα να πιστεύει ότι μπορεί να έχει τέτοιου είδους σχέση με έναν δημοσιογράφο: έχει εν τέλει την επίγνωση, μερικές φορές οδυνηρά, ότι παίζει το ρόλο του ως ένας συγγραφέας στη φαντασίωση κάποιου άλλου.
Εκπληρώνοντας περαιτέρω την υπόσχεση των προηγούμενων έργων του με γνώμονα τους ηθοποιούς The Spectacular Now (2003) και Smashed (2012), ο σκηνοθέτης James Ponsoldt αφήνει την κάμερα να κυλήσει και οι άντρες να δρούν στις σκηνές με έναν χαλαρό, νατουραλιστικό τρόπο.
Ο Ponsoldt εμπιστεύεται ομοίως και αναζωογονητικά το σενάριο και τους ηθοποιούς για να μεταφέρουν την ιστορία προς τα εμπρός. Καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να μην κάνει τον Wallace εκκεντρικό. Ο Ponsoldt έχει την ικανότητα να έχει τις σκηνές του να προσγειώνονται εκεί που τις περιμένεις, αλλά και να ακολουθεί μια κυκλική διαδρομή, ώστε η ταινία να είναι αρκετά συγκινητική και, μερικές φορές, σοφή.
Η ταινία, The End of the Tour, μπορεί να φαίνεται σαν μια σεμνή, διαλογική υπόθεση, αλλά είναι επίσης κι ένα πλούσιο και συναρπαστικό ταξίδι, ένα πορτρέτο συγγραφέα που έχει τις ρίζες του σ΄ ένα προφίλ περιοδικού που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ.
Κι ακόμη είναι μια άσκηση στη μεταμοντέρνα λογοτεχνική μυθοποίηση και μια ανένδοτη κατεδάφιση της εμπορικής μυθολογίας του όποιου συγγραφέα.
Είναι τελικά μια ταινία - μια από τις πιο αυστηρές και στοχαστικές που έχω δει - για τις ηθικές και υπαρξιακές παγίδες που στήνει η τρελή κουλτούρα μας τόσο για τους ταλαντούχους όσο και για τους μέτριους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
i βλ.https://www.politeianet.gr/sygrafeas/wallace-david-foster-7552. Σε 1.079 σελίδες, το μυθιστόρημα του David Foster Wallace Infinite Jest διαδραματίζεται σε μια εγγύς μελλοντική βορειοαμερικανική δυστοπία όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Μεξικό και ο Καναδάς σχηματίζουν ένα γιγάντιο υπερκράτος που ονομάζεται Οργανισμός Εθνών της Βόρειας Αμερικής (ONAN).
Το μυθιστόρημα δεν είναι επιστημονική φαντασία, αλλά μάλλον εμπίπτει στη σφαίρα της σάτιρας, αντιμετωπίζοντας χιουμοριστικά διάφορα στοιχεία της αμερικανικής κουλτούρας, συμπεριλαμβανομένης της ψυχαγωγίας και του εθισμού, που υποδηλώνει ότι επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να συνδεόμαστε με άλλους ανθρώπους σε ουσιαστικό επίπεδο. Τι λέει η ροπή μας για τέρψη με τέτοιες απολαύσεις για το ποιοι είμαστε ως άνθρωποι;
Οι χαρακτήρες που ζωντανεύουν σ΄αυτές τις φιλοσοφικές συζητήσεις του μυθιστορήματος αλληλεπιδρούν κυρίως ζώντας και δρώντας σε δύο βασικές τοποθεσίες που αποδεικνύονται εκπληκτικά όμοιες, μια ακαδημία τένις και ένα οίκημα για νηφάλια διαβίωση ατόμων με διαταραχές χρήσης ουσιών, μια μεταβατική στέγαση για άτομα που εγκαταλείπουν τα προγράμματα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ.
ii Σενάριο: Donald Margulies,Φωτογραφία: Jacob Yours,Σχεδιαστής παραγωγής: Gerald Sullivan,Επιμέλεια: Darrin Navarro,Μουσική: Danny Elfman
iii βλ.https://www-rogerebert-com.translate.goog/reviews/great-movie-amadeus-1984?_x_tr_sl=auto&_x_tr_tl=el&_x_tr_hl=el&_x_tr_pto=op
ivβλ.Epting, C. (2021, April 2). The 12 best movies about famous writers. ScreenCrush. Retrieved July 24, 2022, from https://screencrush.com/best-movies-about-famous-writers-list/
vΟ David Foster Wallace υπέφερε από κατάθλιψη για περισσότερα από είκοσι χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ήταν προπτυχιακός στο Amherst College, και τον Ιούνιο του 2007 σταμάτησε να παίρνει την κύρια φαρμακευτική αγωγή, αφού υπέστη εξ αυτής σοβαρές παρενέργειες.
Ισχύει ότι η αυτοκτονία είναι θανάσιμο αμάρτημα? Κι αν ναι γιατί?
ΑπάντησηΔιαγραφή