Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

ΠΕΡΙ ΦΙΛΟΠΤΩΧΕΙΑΣ



Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

"Λόγος περί φιλοπτωχείας"

Άνδρες αδελφοί, πτωχοί όπως και εγώ, διότι είμαστε όλοι πτωχοί και έχουμε ανάγκη της θείας χάριτος, έστω και αν φαίνεται ότι ο ένας υπερέχει από τον άλλον, όταν μετρούμε τα πράγματα με τα δικά μας μικρά μέτρα, δεχθείτε τον λόγο μου περί φιλοπτωχίας όχι με αδιαφορία αλλά με καλή διάθεση, για να γίνετε πλούσιοι με την απόκτηση της βασιλείας. 
Σε όλους λοιπόν τους πτωχούς και σε εκείνους οι οποίοι για οποιανδήποτε αιτία κακοπαθούν οφείλουμε να δείξουμε ευσπλαχνία, συμφώνως προς την εντολή η οποία επιτάσσει να χαιρόμαστε μαζί με εκείνους οι οποίοι χαίρονται και να κλαίμε μαζί με εκείνους οι οποίοι κλαίνε. Και οφείλουμε να προσφέρουμε στους ανθρώπους, επειδή και εμείς είμαστε άνθρωποι, την εκδήλωση της αγάπης μας, όποτε και όταν την χρειάζονται. Διότι όλοι είναι το ίδιο άξιοι οίκτου και βλέπουν τα χέρια μας, όπως βλέπουμε εμείς τα χέρια του Θεού, και γι’ αυτούς οφείλουμε να παρακαλούμε. 
Τι κάνουμε δε εμείς οι μαθητές του πράου και φιλάνθρωπου Χριστού, ο οποίος έχει βαστάξει τις αδυναμίες μας, έχει ταπεινώσει τον εαυτό του μέχρι του σημείου να λάβει την φύση μας, έχει γίνει φτωχός για χάρη μας και έχει λάβει την σάρκα αυτή και το φθαρτό σώμα μας, και έχει υποφέρει και έχει δείξει αδυναμία προς χάρη μας, για να γίνουμε εμείς πλουσιότεροι με την θεότητα;  Τι κάνουμε λοιπόν εμείς οι οποίοι έχουμε λάβει τόσον μεγάλο υπόδειγμα ευσπλαχνίας και συμπαθείας; Τι θα σκεφτούμε γι’ αυτούς και τι θα πράξουμε;  Θα τους παραβλέψουμε;  Θα τους εγκαταλείψουμε σαν να ήταν νεκροί, μολυσμένοι, σαν να ήταν ερπετά ή τα πιο πονηρά από τα θηρία;  Καθόλου, αδελφοί μου.  Αυτά δεν ταιριάζουν σ’ εμάς που έχουμε τραφεί από τον Χριστό, τον καλόν ποιμένα, ο οποίος αναζητεί και γυρίζει πίσω το πρόβατο που έχει χαθεί και ενισχύει αυτό που είναι ασθενικό. Ούτε επίσης ταιριάζουν στην ανθρώπινη φύση, η οποία παραγγέλλει την συμπάθεια, αφού από τη δική της αδυναμία έχει διδαχθεί να είναι φιλάνθρωπος.

Αυτοί λοιπόν θα καταταλαιπωρούνται στο ύπαιθρο, ενώ εμείς θα κατοικούμε σε πολυτελή σπίτια;  Και οι μεν ασθενείς θα υποφέρουν από το κρύο, ντυμένοι με ξεσχισμένα κουρέλια, ή μάλλον και χωρίς αυτά ακόμη, εμείς δε θα καλλωπιζόμαστε με ρούχα μαλακά και με λινά και μεταξωτά ελαφρά υφάσματα; Και με αυτά μεν θα γίνουμε περισσότερο άσχημοι αντί να γίνουμε ωραιότεροι (διότι έτσι ονομάζω εγώ κάθε τι το περιττό και περίεργο). Όσον αφορά δε στο εσωτερικό μας εκεί θα συγκεντρωθεί φροντίδα άχρηστη και ανωφελής, τροφή για τον σκόρο και τον χρόνο, ο οποίος κατατρώγει τα πάντα.  Και αυτοί μεν δεν θα έχουν ούτε την απαραίτητη τροφή –σε πόση άραγε πολυτέλεια ζω εγώ και σε πόση ταλαιπωρία ζουν εκείνοι!– αλλά θα βρίσκονται ξαπλωμένοι μπροστά στις πόρτες μας, εξαντλημένοι και λιμοκτονούντες, χωρίς να τους παρέχει το σώμα τους ούτε τα μέσα για να ζητήσουν.
Γιατί συμβαίνουν αυτά, ω φίλοι και αδελφοί;  Γιατί δεν βοηθάμε την φύση μας ενόσω έχουμε ακόμη καιρό;  Γιατί δεν περιορίζουμε την ταπείνωση της σάρκας μας, ενώ είμαστε σάρκες;  Γιατί νιώθουμε ευτυχισμένοι από τις δυστυχίες των αδελφών μας;  Είθε να μη συμβεί σ’ εμένα ούτε να πλουτήσω ενώ αυτοί δεν έχουν τίποτα, ούτε να νιώθω ευδιάθετος, εάν δεν παράσχω βοήθεια στις πληγές τους. Ούτε να έχω αρκετή τροφή, ούτε προστασία, ούτε να αναπαύομαι κάτω από στέγη, εάν δεν δώσω ψωμί και ρούχα, όσα μπορώ, και δεν τους ξεκουράσω κάτω από την στέγη μου. Ας αναθέσουμε τα πάντα στον Χριστό, για να τον ακολουθήσουμε πραγματικά σηκώνοντας τον σταυρό του και για να ανυψωθούμε ελαφροί προς τον επάνω κόσμο, καλώς παρασκευασμένοι και χωρίς να μας σύρει τίποτε προς τα κάτω, και να κερδίσουμε αντί για όλα αυτά τον Χριστό, ανυψωθέντες χάρη στην ταπείνωση και πλουτήσαντες χάρη στην πτωχεία μας.  Ή να μοιραστούμε τα υπάρχοντά μας με τον Χριστό, για να αγιασθούν αυτά από την σωστή τους κατοχή και την μετάδοσή τους σε όσους δεν έχουν.
 Δεν θα συνέλθουμε λοιπόν έστω και αργά; Δεν θα κατανικήςουμε την σκληρότητά μας, για να μην πω την μικροπρέπειά μας; Δεν θα σκεφτούμε κατά τρόπο ανθρώπινο;  Δεν θα τοποθετήσουμε στη θέση των ξένων συμφορών τις ενδεχόμενες δικές μας;
 Ας μη καυχηθεί λέγει η Γραφή, ο σοφός για τη σοφία του, ούτε ο πλούσιος για τον πλούτο του, ούτε ο δυνατός για την δύναμή του, έστω και αν έχουν φθάσει ο μεν σοφός στο ύψιστο σημείο της σοφίας, ο δε πλούσιος έχει συγκεντρώσει την πιο μεγάλη περιουσία και ο δυνατός την πιο μεγάλη δύναμη. Εγώ δε θα προσθέσω και εκείνα τα οποία ακολουθούν.  Ας μη καυχηθεί ούτε αυτός ο οποίος θαυμάζεται από όλους για την δόξα του, ούτε ο υγιής για την υγεία του, ούτε ο ωραίος για την ωραιότητά του, ούτε ο νέος για την νεότητά του, ούτε για τίποτα άλλο από εκείνα τα οποία επαινούνται στον κόσμο αυτόν, με μία λέξη ας μην καυχηθεί κανείς για τίποτε το οποίο προκαλεί την υπερηφάνεια. Αλλά ας καυχηθεί εκείνος ο οποίος καυχάται μόνον για το ότι εννοεί και αναζητεί τον Θεόν, και υποφέρει μαζί με εκείνους οι οποίοι υποφέρουν και αναθέτει τις ελπίδες του για κάτι καλό στο μέλλον. Διότι τα μεν παρόντα είναι ρευστά και πρόσκαιρα, και φεύγουν και πηγαίνουν από τον ένα στον άλλον, όπως οι βόλοι στο παιχνίδι.
Ας ακολουθήσουμε λοιπόν πλέον τον Λόγον, ας ζητήσουμε την ανάπαυση την οποία μας παρέχει, και ας απορρίψουμε ό,τι έχουμε από εδώ. Ας αποκτήσουμε από τα γήινα μόνον όσα είναι καλά, ας κερδίσουμε τις ψυχές μας με τις ελεημοσύνες, ας δώσουμε από τα υπάρχοντά μας στους φτωχούς, για να γίνουμε πλούσιοι σε ουράνια αγαθά. Δώσε μερίδιο και στη ψυχή και όχι μόνο στη σάρκα. Δώσε μερίδιο και στον Θεό και όχι μόνον στον κόσμο. Αφαίρεσε κάτι από την κοιλιά και παραχώρησέ το στο πνεύμα. 

Εάν με πιστεύετε λοιπόν, δούλοι του Χριστού, και αδελφοί και συγκληρονόμοι, όσο είναι καιρός, ας επισκεφτούμε τον Χριστό, ας τον περιποιηθούμε, ας τον θρέψουμε, ας τον ντύσουμε, ας τον περιμαζέψουμε για να τον φιλοξενήσουμε, ας τον τιμήσουμε.  Όχι μόνο με την τράπεζα του φαγητού, σαν μερικούς, ούτε με τα μύρα όπως η Μαρία, ούτε με τον τάφο μόνον, όπως ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ούτε με το ενδιαφέρον για την ταφή, όπως ο Νικόδημος, ο εξ ημισείας φίλος του Χριστού, ούτε με χρυσόν και λίβανον και σμύρναν όπως οι μάγοι πριν από τους παραπάνω. Αλλά επειδή ο Κύριος των πάντων θέλει ευσπλαχνία και όχι εξωτερικές θυσίες και επειδή η ευσπλαχνία είναι καλύτερη από πολλές χιλιάδες παχιά αρνιά ας την προσφέρουμε σ’ αυτόν, δια μέσου εκείνων οι οποίοι έχουν ανάγκη και βρίσκονται σήμερα πεσμένοι κάτω, για να μας δεχθούν στις αιωνίους σκηνές, στον ίδιο τον Χριστό τον Κύριό μας, στον οποίο ανήκει η δόξα εις τους αιώνας, όταν αναχωρήσουμε από την ζωή αυτή.  Αμήν!