Το έργο του Χριστού, και συνακόλουθα της Εκκλησίας, δεν είναι η σωτηρία από τον κόσμο, αλλά η σωτηρία του κόσμου. Η Μεταμόρφωση δεν ήταν τέρμα, ούτε καὶ σύμβολο οιουδήποτε ενδοϊστορικού τέρματος, αλλά σημείον του μελλοντικού Τέρματος.
Προτύπωσε, δηλαδή, δύο πράγματα: αφενός, την Ανάσταση του Χριστού. Καθ΄ αυτὴ η διήγηση της Μεταμόρφωσης εμφανίζεται στα ευαγγέλια ως ένα είδος διευκρίνισης της αποκάλυψης που είχε κάνει λίγες μέρες πρωτύτερα ο Χριστός στους μαθητές περί του επικείμενου Πάθους και της Αναστάσεώς Του (Ματθ. 16:21- 23, Μάρκ. 8:31-33, Λουκ. 9:21-22).
Επί πλέον, ο Λουκάς σημειώνει ότι αυτό για το οποίο συζητούσαν με τὸ Χριστό ο Μωυσής καὶ ο Ηλίας, ήταν ακριβώς το εγγίζον πάθος και η εκπλήρωση της αποστολής Του (Λουκ.9:30).
Ἡ υμνολογία[1] σπεύδει πολύ ωραία να τονίσει: «Πρὸ τοῦ σταυροῦ σου Κύριε, παραλαβὼντοὺς μαθητὰς εἰς ὄρος ὑψηλόν, μετεμορφώθης[...] δεῖξαι βουλόμενος της Ἀναστάσεως την λαμπρότητα»...«Προτυπῶν την ἀνάστασιν την σήν, Χριστὲ ὁ Θεός, τότε παραλαμβάνεις τοὺς τρεῖς σου μαθητάς».
Αφετέρου[2], η Μεταμόρφωση προτύπωσε αυτὸ που προτυπώνει ἡ ίδια ἡ Ανάσταση του Χριστού, ήτοι την τελική, καθολική Ανάσταση: «τήν τῶν βροτῶν ἐναλλαγὴν την μετὰ δόξης σου, Σωτήρ, ἐν τῇ δευτέρᾳ καὶ φρικτῇ της σῆς ἐλεύσεως δεικνύς, ἐπὶ του ὄρους Θαβὼρ μετεμορφώθης»...«Βουλόμενος [...] δεῖξαι τίς ποτέ ἐστιν ἡ δόξα ἐκείνη, μεθ’ ἧς μέλλει παραγενέσθαι, ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλόν».