Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΕΝΑΡΞΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΜΑΣ ΣΤΑΘΜΟΥ

Ο Προϊστάμενος του Ιερού Ναού, πανοσιολογιώτατος αρχιμανδρίτης Ειρηναίος Νάκος, μαζί με τον πρόεδρο του ενοριακού φιλοπτώχου ταμείου και πρόεδρο του παιδικού μας σταθμού π. Σισώη τέλεσαν  την Πέμπτη 15/9/16 τον καθιερωμένο αγιασμό έναρξης της νέας χρονιάς στον παιδικό σταθμό της ενορίας μας "ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΤΣΑ"  παρόντων της διευθύντριας και των δασκάλων, των παιδιών και των γονέων. Ο π. Ειρηναίος ευχήθηκε καλή χρονιά με δύναμη και όρεξη για μάθηση και διαδραστικό παιχνίδι και απευθυνόμενος στους γονείς τόνισε την εμπιστοσύνη που πρέπει να δείχνουν σε αυτό το τόσο σημαντικό έργο της ενορίας μας. ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ.





























ΦΩΤΟΣΤΙΓΜΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ




ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

ΣΤΑΥΡΟΣ Ο ΦΥΛΑΞ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ




ΠΟΤΗΡΙΟΝ ΣΩΤΗΡΙΟΥ

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Λίγες ἡμέρες μετὰ τὴν ἔναρξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, τὴν 8η Σεπτεμβρίου, ἡ Ἐκκλησία μᾶς πανηγυρίζει «τὸ Γενέθλιόν της Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας». Διὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὰ Εὐαγγέλια σιγοῦν. Ἡ ἴδια ἄλλωστε σιγῆ ἁπλώνεται γύρω ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς τῆς Θεοτόκου. Ἐλάχιστοι εἶναι καὶ οἱ λόγοι της, ποὺ διεσώθησαν. Ἀρκεῖ νὰ σημειωθεῖ, ὅτι ἡ προτροπὴ πρὸς τοὺς ὑπηρέτες κατὰ τὸ θαῦμα ἐν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας «ὅ,τι ἂν λέγη (ὁ Χριστὸς) ὑμίν, ποιήσατε» (Ἰω. 2, 5) εἶναι οἱ τελευταῖοι της λόγοι, ποὺ ἀναφέρουν τὰ Εὐαγγέλια. Ἀπὸ τότε (τὸ θαῦμα ἔγινε στὶς ἀρχὲς τοῦ πρώτου ἔτους τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου) καὶ στὸ ἑξῆς ἡ Θεοτόκος παρακολούθησε μὲ σιωπὴ τὴν δράσι τοῦ Υἱοῦ της καὶ σιωπηλὴ ἔπνιξε τὸν πόνο τῆς κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό Του. Τὰ κενὰ τῶν Εὐαγγελίων περὶ τοῦ βίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου συμπληρώνουν οἱ ἀπόκρυφοι διηγήσεις. Αὐτές, γραμμένες ἀπὸ εὐσεβεῖς συγγραφεῖς καὶ πλουτισμένες ἀπὸ τὴν φαντασία τῶν, δίδουν πληροφορίες διὰ τὴν Γέννησή της, τὴν παιδική της ἡλικία, τὴν Κοίμησή της. Ἡ Ἐκκλησία πῆρεν ἀπὸ τὰ κείμενα αὐτὰ τὶς παραδόσεις, ποὺ θεώρησε ἀληθινὲς καὶ τὶς διεφύλαξε στὶς ἑορτές, τοὺς ὕμνους, τὶς εἰκόνες, ποὺ ἔγιναν μὲ τὸ ὑλικὸ τῶν. Μία ἀπὸ τὶς ἀπόκρυφες διηγήσεις εἶναι...τὸ «Πρωτευαγγέλιον τοῦ Ἰακώβου», τὸ ὁποῖο διηγεῖται μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ τῆς Γεννήσεως τῆς Θεομήτορος. Ἀπὸ αὐτὸ μανθάνομε τὰ ὀνόματα τῶν γονέων της, ποὺ εἶναι Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, τὴν ἀτεκνία τῶν, τὴν καταγωγὴ τοῦ Ἰωακεὶμ ἀπὸ τὸ βασιλικὸ γένος τοῦ Δαβὶδ κ. α. Ἐδῶ βλέπομε τὴν θλίψη καὶ τὰ δάκρυα τοῦ ἀνδρογύνου διὰ τὴν ἀτεκνία του, καθὼς καὶ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς νηστεῖες τοῦ διὰ τὴν ἀπόκτηση τέκνου.

      Διὰ νὰ κατανοήσωμε τὰ εἰκονιζόμενα στὴν παράσταση τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου,πρέπει νὰ παραθέσωμεν μερικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν διήγηση τοῦ Ἰακώβου: «Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη λέγων αὐτή· Ἄννα Ἄννα, ἐπήκουσε Κύριος της δεήσεώς σου, καὶ συλλήψει καὶ γεννήσεις, καὶ λαληθήσεται τὸ σπέρμα σου ἐν ὅλη τὴ οἰκουμένη…Καὶ ἰδοὺ ἦλθον ἄγγελοι δύο λέγοντες αὐτή· Ἰδοὺ Ἰωακεὶμ ὁ ἀνήρ σου ἔρχεται μετὰ τῶν ποιμνίων αὐτοῦ. ἄγγελος γὰρ Κυρίου κατέβη πρὸς αὐτὸν λέγων· Ἰωακεὶμ Ἰωακείμ,ἐπήκουσε Κύριος ὁ Θεὸς τῆς δεήσεώς σου· καταβηθι ἐντεῦθεν· ἰδοὺ γὰρ ἡ γυνή σου Ἄννα ἐν γαστρι λήψεται… Καὶ ἰδοὺ Ἰωακεὶμ ἦκε μετὰ τῶν ποιμνίων αὐτοῦ, καὶ ἔστη Ἄννα πρὸς τὴν πύλην καὶ εἶδε τὸν Ἰωακεὶμ ἐρχόμενον, καὶ δραμοῦσα ἐκρεμάσθη εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ… Ἐπληρώθησαν δὲ οἱ μῆνες αὐτῆς· ἐν δὲ τῷ ἐνάτω μηνὶ ἐγέννησεν Ἄννα.Καὶ εἶπεν τὴ μαία· Τιεγέννησα; Ἡ δὲ εἶπεν· Θῆλυ· Καὶ εἶπεν Ἄννα· Ἐμεγαλύνθη ἡ ψυχή μου ἐν τὴ ἡμέρα ταύτη· καὶ ἀνέκλινεν αὐτήν. Πληρωθεισῶν δὲ τῶν ἡμερῶν ἀπεσμήξατο Ἄννα, καὶ ἔδωκεν μασθὸν τὴ παιδί, καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτῆς Μαριάμ». Ὅπως βλέπομε στὴν διήγηση, ἡ Γέννησις τῆς Παναγίας ἀναγγέλλεται ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου ὕστερα ἀπὸ μακρὰν περίοδον ἀτεκνίας τῶν γονέων της. Ἄγγελος ἀναγγέλλει τὴν γέννηση καὶ ἄλλων βιβλικῶν προσώπων: τοῦ Σαμψῶν, τοῦ Σαμουήλ, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ἡ Γέννησις ὅμως τῆς Παναγίας διαφέρει, διότι εἶναι «τοῦ Ἀδὰμ ἡ ἀνάπλασις καὶ τῆς Εὔας η ἀνάκλησις· τῆς ἀφθαρσίας ἡ πηγὴ καὶ τῆς φθορᾶς ἀπαλλαγῆ, δί ἢς ἠμεῖς ἐθεώθημεν καὶ τοῦ θανάτου ἐλυτρώθημεν…» (Δοξαστικόν της Λιτῆς του πλ. δ’ ἤχου). Τὴν σύγκριση μεταξύ της μητρὸς τῆς Παναγίας καὶ ἄλλων ἀτέκνων γυναικὼν τῆς Ἁγίας Γραφῆς κάνει ὡραιότατα τὸ γ’ Στιχηρὸν τοῦ Ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς τοῦ πλ. β’ ἤχου: «Εἰ καὶ θείω βουλήματι περιφανεῖς στεῖραι γυναῖκες ἐβλάστησαν, ἀλλὰ πάντων ἡ Μαρία τῶν γεννηθέντων θεοπρεπῶς ὑπερέλαμψεν· ὅτι καὶ ἀγόνου παραδόξως τεχθεῖσα μητρός, ἔτεκεν ἐν σαρκὶ τῶν ἁπάντων Θεόν, ὑπὲρ φύσιν ἐξ ἀσπόρου γαστρός…». Ὅπως βλέπομε σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ τροπάρια τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας τοῦ Γενεθλίου της Ὑπεραγίας Θεοτόκου, οἱ ἱεροὶ ὑμνογράφοι τονίζουν, παραλλήλως πρὸς τὴν Γέννηση τῆς Παναγίας, καὶ τὸν ρόλο της ὡς Μητρὸς τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη στὴ λύση τῆς στειρώσεως τῆς Ἄννης διαβλέπουν -κατὰ τὴν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας- τὴ λύση τῆς στειρώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἡ ὁποία θὰ ἀπολαύσει τοὺς καρποὺς τῆς θείας Χάριτος. Ἡ Χάρις αὐτὴ «καρπογονεῖν λαμπρῶς ἀπάρχεται» μὲ τὴν Γέννηση τῆς Θεοτόκου.
Ἑρμηνεία τῆς εἰκόνας (Τοῦ Χρήστου Γ. Γκότση)       Oβυζαντινὸς ἁγιογράφος τῆς εἰκόνος τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου ἀκολουθεῖ στὴν ἔνταξη τῶν σχετικῶν σκηνῶν τὸ ἀπόκρυφο Πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου διὰ νὰ ὑπογραμμίσει τὴ θαυματουργικὴ Γέννησι τῆς Θεοτόκου. Ταυτοχρόνως ὅμως μένει πιστὸς στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὴν βλέπομε στὰ τροπάρια τῆς ἑορτῆς. Διὰ τοῦτο ἐνῶ εἰκονίζει τὴν Θεοτόκο ἐντὸς λίκνου, ὡς βρέφος ἐσπαργανωμένον, δὲν παραλείπει νὰ ἐπιγράψει ὑπεράνω της κεφαλῆς τῆς τὰ συνήθη συμπιλήματα ΜΡ - ΘΥ (Μήτηρ Θεοῦ).  Σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ τροπάρια τόσον τῆς ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου, ὅσον καὶ τῆς Συλλήψεως τῆς Ἁγίας Ἄννης (9 Δεκεμβρίου), τονίζεται ὅτι ἡ γεννηθεῖσα ἢ συλληφθεῖσα παιδίσκη εἶναι Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Στὴν εἰκόνα, δεσπόζει ἡ μορφὴ τῆς Ἁγίας Ἄννης, ποὺ εἰκονίζεται μισοκαθισμένη στὸ κρεββάτι. Μὲ τὴν ἀριστερά της χείρα, ποὺ μόλις προβάλλει ἀπὸ τὸ ὁλοκόκκινο μαφόριό της, στηρίζει τὴν κεκλιμένη κεφαλή της. Οἱ εὐσεβεῖς σκέψεις, στὶς ὁποῖες ἔχει βυθισθεῖ, λόγω τοῦ παραδόξου θαύματος, διαβάζονται στὴν ἔκφραση τοῦ προσώπου της.
      Στὸ μέσον της εἰκόνος εἰκονίζονται οἱ ὑπηρέτριες, αἳ «παιδίσκαι», ποὺ σπεύδουν νὰ δώσουν φαγητὸ στὴ λεχῶ καὶ νὰ τὴν περιποιηθοῦν. Ἡ μεσαία ἴσως νὰ εἶναι ἡ Ἰουδίθ,τὴν ὁποία κάτ ὄνομα ἀναφέρει τὸ Πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου. Μία ἀπὸ τὶς ὑπηρέτριες μεὲ ριπίδιο κάμνει ἀέρα στὴν Ἄννα.
Ἡ σκηνὴ στὸ ἄνω ἀριστερὸ μέρος τῆς εἰκόνος ἔχει ἐμπνευσθεῖ ἀπὸ τὴν συνάντηση τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννης μετὰ τὴν ἀναγγελία ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου περὶ ἀποκτήσεως τέκνου. Οἱ δύο εὐτυχισμένοι γονεῖς ἐναγκαλίζονται καὶ ἀσπάζονται στὴν πύλη τοῦ σπιτιολυ τῶν (ἢ στὴν Χρυσὴ πύλη τῆς πόλεως). Ἡ Ἁγία Ἄννα λέγει στὸν ἄνδρα της, κατὰ τὸ Πρωτευαγγέλιο: «Νῦν οἶδα ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς εὐλόγησε μὲ σφόδρα…».
Στὸ δεξιὸ μέρος τῆς εἰκόνος εἰκονίζεται ὁ Ἰωακεὶμ σὲ στάση προσευχῆς. Σὲ αὐτὴ τὴν ἱερὴ στιγμὴ τὸν εὐρῆκε ὁ ἄγγελος, ποὺ τοῦ μετέφερε τὴν χαρμόσυνη εἴδηση. Ὁ Ἰωακεὶμ εὑρίσκεται ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Θεοτόκο, ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα του πρὸς αὐτὴν καὶ συνομιλεῖ μαζί της.
Πλησίον της νεογεννήτου Παναγίας κάθεται γνέθουσα μία παιδίσκη.  Στὴν ὅλη εἰκόνα κυριαρχεῖ ὁ τόνος τῆς χαρᾶς. Τὰ χρώματα τῶν ἐνδυμάτων καὶ τῶν ἀρχιτεκτονημάτων εἶναι ζωηρά, τὰ πρόσωπα φωτεινά, ὅπως ἄλλωστε ταιριάζει στὴ γέννηση τέκνου ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἀναμονῆς.
Κλείνομε τὴν ἀνάλυση τῆς εἰκόνος τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου μὲ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ «Εἰς τὸ Γενέσιον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου»:
«Ὢ ζεῦγος λογικῶν τρυγόνων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα τὸ σωφρονέστατον. Ὑμεῖς τὸν τῆς φύσεως νόμον, τὴν σωφροσύνην, τηρήσαντες τῶν ὑπὲρ φύσιν κατηξιώθητε· τετόκατε (=ἔχετε γεννήσει) γὰρ τῷ κόσμω Θεοῦ μητέρα ἀπείρανδρον. Ὑμεῖς εὐσεβῶς καὶ ὁσίως ἐν ἀνθρωπίνη φύσει πολιτευσάμενοι, ὑπὲρ ἀγγέλους καὶ τῶν ἀγγέλων δεσπόζουσαν νῦν θυγατέρα τετόκατε. Ὢ θυγάτριον ὡραιότατον καὶ γλυκύτατον· ὢ κρίνον ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν ἐκφυὲν ἐξ εὐγενεστάτης καὶ βασιλικωτάτης ρίζης δαβιτικῆς… Ὢ ρόδον ἐξ ἀκανθῶν τῶν Ἰουδαίων φυὲν καὶ εὐωδίας θείας πληρῶσαν τὰ σύμπαντα. Ὢ θύγατερ Ἀδὰμ καὶ μήτηρ Θεοῦ.Μακαρία ἡ ὀσφὺς καὶ ἡ γαστὴρ ἐξ ὧν ἀνεβλάστησας· μακάριαι αἳ ἀγκάλαι αἳ σὲ ἐβάστασαν καὶ χείλη τὰ τῶν ἁγνῶν φιλημάτων σου ἀπολαύσαντα, μόνα τὰ γονικά, ἴνα ἢς ἐν πάσιν ἀειπαρθενεύουσα».
Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς Ἦχος δ' Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάση τὴ οἰκουμένη· ἔκ σοὺ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἠμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν·καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἠμὶν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Προσεγγίσεις στὴν ἑορτὴ.
      Εἰκοστὸς τρίτος ἀπὸ τοῦ γένους τοῦ Δαυὶδ εὑρίσκεται ὁ Ματθᾶν, ὁ ὁποῖος ἐνυμφεύθη τὴν Μαρία ἐκ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα. (Ὁ Ματθᾶν ὑπῆρξε ἱερεὺς ἐπὶ τῆς βασιλείας Κλεοπάτρας καὶ Σαπώρου ἢ Σαβωρίου, βασιλέως Περσῶν & τῆς βασιλείας Ἡρώδου τοῦ Ἀντιπάτρου). Ἀπὸ τὴν ἕνωσή τους, γεννήθηκαν 3 θυγατέρες, ἡ Μαρία, ἡ Σωβὴ& ἡ Ἄννα & 1 υἱός, ὁ Ἰακώβ, ὁ πατέρας τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ τέκτονος. Ἡ Μαρία ἐγέννησε τὴ Σαλώμη τὴ μαμή, ἡ Σωβὴ τὴν Ἐλισσάβετ (τὴ μητέρα τοῦ Ἄγ. Ἰωάννου τοῦ Πρόδρομου) & ἡ Ἄννα ποὺ ἦλθε εἰς γάμου κοινωνία μὲ τὸν μεγαλοκτηματία Ἰωακείμ,τὴ Θεοτόκο Μαρία, στὴ Ναζαρὲτ (χωριὸ τῆς Παλαιστίνης). Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἑορτάζει ἡ ἁγία Ἐκκλησία πανηγυρικῶς τὴν 8 ἡ Σεπτεμβρίου κάθε ἔτους. Ἡ Παναγία ἔχει κεντρικὴ θέση στὴν θεία Λατρεία. Τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔτος πλαισιώνεται μὲ θεομητορικὲς ἐορτές• ἀρχίζει μὲ τὸ «Γενέσιον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου», ἐνῶ τελειώνει μὲ τὴν «Κατάθεσιν τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου». Αἰτία πνευματικῆς χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως εἶναι ἡ σημερινὴ ἡμέρα, γιατί σήμερα ἑορτάζομε τὴν γέννηση τῆς ἀειπαρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας, τοῦ εὐωδεστάτου ἄνθους ποὺ βλάστησε «ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί». Ἑορτάζομε «παγκοσμίου εὐφροσύνης γενέθλιον», ποὺ καθίσταται «ἡ εἴσοδος ὅλων τῶν ἑορτῶν καὶ τὸ προοίμιο τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ»,κατὰ τὸν ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης. Γέννηση, ποὺ ἔγινε πρόξενος τῆς ἀναγεννήσεως, ἀναπλάσεως καὶ ἀνακαινίσεως τῶν πάντων. Σήμερα γεννιέται Αὐτὴ ποὺ θὰ γεννήσει ἐν χρόνω,κατὰ ἀνερμήνευτο καὶ παράδοξο τρόπο, τὸν ἄχρονο καὶ προαιώνιο Θεὸ Λόγο, τὸν Δημιουργὸ καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Ὁλόκληρο πλῆθος ἀπὸ προεικονίσεις, προτυπώσεις καὶ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σὲ Αὐτὴν ἀναφέρονται. Ἀποτελεῖ τὴν ἀποκορύφωση, τὴν ὁλοκλήρωση τῆς παλαιοδιαθηκικῆς παιδαγωγικῆς προετοιμασίας τῆς ἀνθρωπότητος γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ σαρκωθέντος Σωτῆρος Θεοῦ. Τὴν Παναγία μᾶς προεικόνιζαν ἡ ἄφλεκτος βάτος στὸ ὅραμα τοῦ Μωυσῆ, οἱ θεογραφὲς πλάκες καὶ ἡ κιβωτὸς τοῦ Νόμου, τὸ οὐράνιο μάννα καὶ ἡ χρυσὴ στάμνα, ἡ λυχνία καὶ ἡ τράπεζα, ἡ ράβδος Ἀαρῶν ἡ βλαστήσασα, ἡ κλίμακα τοῦ Ἰακώβ, ὁ πόκος τοῦ Γεδεῶν, τὸ ἀλατόμητον ὅρος τοῦ Δανιήλ, ἡ κάμινος ποὺ μὲ τὸ πῦρ δρόσιζε τοὺς Τρεῖς Παῖδες, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων της σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. Ἡ Θεοτόκος εἶναι τὸ μεταίχμιο μεταξὺ Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Γιὰ τὴν Παλαιὰ ἀποτελοῦσε τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν, τὴν προσδοκία τῶν δικαίων• ἐνῶ γιὰ τὴν Καινὴ Διαθήκη γίνεται ὁ γλυκασμὸς τῶν ἀγγέλων, ἡ δόξα τῶν ἀποστόλων, τὸ θάρρος τῶν μαρτύρων,τὸ ἐντρύφημα τῶν ὁσίων, τὸ καύχημα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, γι' αὐτὸ καὶ μακαρίζεται ἀπὸ «πάσα γενεά». Ὅλη ἡ δημιουργία περίμενε τὴν γέννησή της.
     Ἡ Παναγία μᾶς εἶναι «ὁ καρπὸς τῶν κτισμάτων» κατὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο Καβάσιλα, δηλαδὴ τὸ σημεῖο ἐκεῖνο στὸ ὁποῖο κατατείνει ὁλόκληρη ἡ κτίση. Ὅπως τὸ δένδρο ὑπάρχει γιὰ τὸν καρπό, ἔτσι ἡ κτίση ὑπάρχει γιὰ τὴν Παρθένο καὶ ἡ Παρθένος γιὰ τὸν Χριστό. Ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες ὄχι μόνον οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ὅλη ἡ ὁρατὴ καὶ ἀόρατη κτίση δημιουργήθηκαν γιὰ τὴν ἄχραντο Παρθένο. Ὅταν ὁ Θεὸς στὴν ἀρχὴ τῶν αἰώνων ἀτενίζοντας πρὸς τὰ δημιουργήματά του, εἶπε ὅτι εἶναι «καλὰ λίαν», οὐσιαστικὰ ἔβλεπε μπροστά του τὸν καρπὸ ὅλης της δημιουργίας, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καὶ ὁ ἔπαινός του ἦταν στὴν πραγματικότητα «εὐφημία τῆς Παρθένου». Κατὰ τὴν σημερινὴ ἡμέρα εὐεργετεῖται ὅλη ἡ κτίση ἀπὸ τὴν γέννηση τῆς πανάμωμης Δέσποινάς μας. «Τὸ καινότατον αὐτὸ δημιούργημα» δὲν ἦταν ἁπλὰ ἡ καλύτερη γυναίκα στὴν γῆ,οὔτε ἡ καλύτερη γυναίκα ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἀλλὰ ἦταν Αὐτὴ ἡ μοναδικὴ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ κατεβάσει τὸν οὐρανὸ στὴν γῆ, νὰ κάνει τὸν Θεὸ ἄνθρωπο. Ὁ δημιουργὸς Θεὸς Λόγος ἔπλασε τέτοια τὴν ἀνθρώπινη φύση, ὥστε ὅταν θὰ χρειαζόταν νὰ γεννηθεῖ, νὰ λάβει ἀπὸ αὐτὴν τὴν μητέρα του. Ὁ ἀόρατος καὶ ἀθέατος Θεὸς ἔρχεται δὶ' Αὐτῆς ἐπὶ γὴς καὶ γίνεται ὀρατός• ἑνώνεται καὶ κοινωνεῖ μὲ τὴν κτίση μὲ ἕναν οὐσιαστικότερο καὶ πιὸ ἐνοειδὴ τρόπο. Ἑνώνει διὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του ὅλη τὴν κτίση στὴν ὑπόστασή του καὶ τὴν θεώνει. Ὁ ἀνείδεος καὶ ἀπερίγραπτος Θεὸς λαμβάνει «δούλου μορφὴν»(Φιλιπ. 2,7), ἀνθρώπινη σάρκα καὶ λογικὴ ψυχή, συναναστρέφεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ περπατᾶ πάνω στὴν γῆ. Ὁ «ἀχώρητος παντὶ» θὰ χωρέσει στὴν παρθενικὴ μήτρα τῆς Θεοτόκου, ὥστε ἡ Παναγία μητέρα του νὰ καταστεῖ ἡ «χώρα τοῦ Ἀχωρήτου».
     Σήμερα λύνεται ἡ στειρότητα τῆς Ἄννας καὶ γεννᾶται «τὸ κειμήλιον τῆς Οἰκουμένης», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας. Παρόμοιο θαῦμα ἔκανε ὁ Θεὸς πολλὲς φορὲς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη στὴν Σάρρα τὴν σύζυγο τοῦ πατριάρχου Ἀβραάμ, στὴν Ρεβέκκα τὴν σύζυγο τοῦ Ἰσαάκ, στὴν Ἄννα τὴν μητέρα τοῦ προφήτου Σαμουήλ, στὴν Ἐλισάβετ τὴν μητέρα τοῦ προφήτου Προδρόμου. Ὅμως διαφέρει κατὰ πολὺ τὸ σημερινὸ θαῦμα.Μπορεῖ τὰ τέκνα τῶν παραπάνω μητέρων, τῶν ὁποίων ἡ μακροχρόνια στειρότητα λύθηκε θαυματουργικά, νὰ ἦταν ἐνάρετα καὶ ἅγια, ἀλλὰ μόνον ἡ Μαρία -τὸ τέκνο τῆς Ἄννας καὶ τοῦ Ἰωακεὶμ- ἦταν «ἡ κεχαριτωμένη» καὶ κατέστη -τὸ ἀκατάληπτο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἀγγέλους- ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παναγία μας δὲν γεννήθηκε ἀπὸ ἄσπιλη ὑπερφυσικὴ σύλληψη, ὅπως λανθασμένα πιστεύουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ τὴν φυσικὴ συνάφεια τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας.Λύθηκε δὲ ἡ φυσικὴ στειρότητα τῆς Ἄννας χάρις στὴν ἄμεση παρέμβαση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπάντηση στὶς προσευχὲς τῶν δικαίων Θεοπατόρων.
     Οἱ γέροντες Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα συνῆλθαν χωρὶς καμμία σαρκικὴ ἕλξη, ἡδονή, ἀλλὰ μόνο ἀπὸ ὑπακοὴ στὸν Θεό. Ἐπεσφράγισαν καὶ μὲ αὐτὴν τὴν πράξη τοὺς τὴν σωφροσύνη τους. Κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Παρθένος συνελήφθη «σωφρόνως ἐν τὴ νηδύι τῆς Ἄννας ἐξ Ἰωακείμ». Τὸ ὅτι συνελήφθη σωφρόνως σημαίνει ὅτι ὁ τρόπος τῆς συλλήψεως ἦταν ἁγνός. Γιὰ νὰ ἦταν ὅμως ἡ Παρθένος ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, δηλαδὴ νὰ εἶχε ἄσπιλη σύλληψη, ἔπρεπε νὰ εἶχε γεννηθεῖ παρθενικῶς ὅπως καὶ ὁ Χριστός. Γιὰ νὰ ἀποκτήσουν ὅμως τέτοιο τέκνο οἱ δίκαιοι Θεοπάτορες ἔδειξαν πίστη ἀδίστακτη, ὑπομονὴ ἀλύγιστη, ἔτρεφαν τὴν ἐλπίδα ποὺ δὲν καταισχύνει, εἶχαν μεγάλη καρτερία στὶς προσευχὲς τους• ὅτι ὁ Θεὸς θὰ ἐκπληρώσει τὸ αἴτημά τους. Καὶ δὲν ὑπόμειναν τὴν ἀτεκνία τους γιὰ λίγο μόνο διάστημα. Ἡ παράδοση λέγει ὅτι μετὰ ἀπὸ πενήντα χρόνια στειρότητας ἀπέκτησε ἡ Ἄννα τὴν Θεοτόκο. Αὐτὴ ἡ στάση τῶν Θεοπατόρων πρέπει νὰ παραδειγματίζει ὅλους μας.
(Περιοδικὸ"Πεμπτουσία" τεῦχος 21)

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2016

27 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ

 1. Γενικά για τη ζωή του

Ο Άγιος Φανούριος είναι από τους πιο αγαπητούς άγιους σε όλο τον ελληνικό λαό, που κάθε χρόνο τιμά και πανηγυρίζει την μνήμη του στις 27 Αυγούστου. Αυτός ο τόσο αγαπητός άγιος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί χωρίς αμφιβολία ως δώρο Θεού, διότι ήταν και παράμενε άγνωστος για πολλούς αιώνες και μόνο το 1500 μ.Χ. βρέθηκε η Ιερή εικόνα του, που μας αποκάλυψε την ύπαρξή του την παρρησία του ενώπιον του Θεού, ο οποίος τον έχει χαριτώσει με τόσο μεγάλη θαυματουργική δύναμη. Για την καταγωγή και τη ζωή του Αγίου Φανουρίου δεν υπάρχει τίποτε συγκεκριμένο, επειδή όλα τα στοιχεία της ζωής του χάθηκαν σε καιρούς ανωμαλίας. Τα μόνα στοιχεία που έχομε αναφορικά με τον Άγιο είναι η εύρεση της εικόνας του, γύρω στα 1500 μ.Χ., σύμφωνα με τα συναξά­ρια, ή κατ’ άλλους γύρω στα 1355-1369 μ.Χ. Άλλοι υποστηρίζουν πως η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στη Ρόδο και άλλοι στην Κύ­προ.

2. Η εύρεση της εικόνας
Επιστρέφομε στο παρελθόν, όταν οι Αγαρηνοί εξουσίαζαν τη Ρόδο και απο­φάσισαν να ξαναχτίσουν τα τείχη της πόλης, που βάρβαρα κατέστρεψαν και κατεδάφισαν στον πόλεμο λίγα χρόνια πριν. Άρχισαν λοιπόν να στέλλουν εργάτες έξω απ’ το νότιο μέρος του φρουρίου και να μαζεύουν πέτρες απ’ τα μισογκρεμισμένα σπί­τια των κατοίκων, για να ξαναφτιάξουν τα νέα και ισχυρά τείχη της πόλης τους. Ξαφ­νικά μέσα στα χαλάσματα βρήκαν μια ωραιότατη, αλλά μισοχαλασμένη στη μια πλευρά εκκλησία κι εκεί μέσα βρήκαν ένα σωρό εικόνες, που απ’ την πολυκαιρία δεν ξεχώριζαν τις μορφές των Αγίων καθώς και τα γράμματα, που είχανε επάνω τους. Μια μόνο καταπληκτική εικόνα ξεχώριζε απ’ όλες, που ο χρόνος δεν την άγγιξε και παρίστανε ένα νέο ντυμένο σαν στρατιώτης. Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος έτρεξε αμέσως επί τόπου και διάβασε καθαρά το όνομα του Αγίου, που λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, για τη φανέρωση του Αγίου, παρατήρησε, πως ήταν ντυμένος σαν Ρωμαίος στρατιωτικός, κρα­τώντας στο αριστερό χέρι του ένα σταυρό και στο δεξιό μια αναμμένη λαμπάδα. Ο α­γιογράφος ακόμα ολόγυρα της εικόνας ζω­γράφισε σε δώδεκα παραστάσεις τα μαρτύρια, που υπόφερε ο Άγιος και, που εξιστορούν ολοφάνερα την όλη ζωή του.

Οι παραστάσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται όρθιος μπροστά στο Ρωμαίο ανακριτή του και φαίνεται ν’ απολογείται με θάρρος και να υπερασπί­ζει την χριστιανική πίστη του.
Β΄. Οι στρατιώτες εδώ επεμβαίνουν και χτυ­πούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα τον Φανούριο, για ν’ αναγκασθεί να υποκύψει και ν’ αρνηθεί τον Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιώτες έχουν εξαγριωθεί πια απ’ την επιμονή του Φανουρίου, γι’ αυτό τον έριξαν κάτω και τον χτυπούν τώρα άγρια με ξύλα και ρόπαλα, για να κάμψουν το ακμαίο ηθικό του.
Δ΄. Ο Φανούριος είναι στη φυλακή κι εκεί βασανίζεται με αποτρόπαιο τρόπο. Φαίνε­ται εντελώς γυμνός κι οι στρατιώτες ολόγυ­ρα του ξεσχίζουν τις σάρκες του με αιχμη­ρά σιδερένια εργαλεία. Ο Άγιος υπομένει αγόγγυστα το τρομερό μαρτύριό του.
Ε΄. Ο Φανούριος βρίσκεται και πάλι στη φυ­λακή και προσεύχεται στον θεό, για να τον ενισχύσει ν’ αντέξει μέχρι τέλους τα βασανι­στήρια.
ΣΤ΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται και πάλιν μπροστά στον Ρωμαίο ανακριτή για ν’ απο­λογηθεί για τη στάση του. Απ’ την ατάρα­χη έκφραση του προσώπου του φαίνεται, πως ούτε τα βασανιστήρια που υπόφερε, ούτε οι μελλοντικές απειλές του τυράννου του εκλόνισαν την πίστη και έτσι απτόητος περιμένει ακόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι του Φανουρίου με μανία και σκληρότητα καίουν με αναμμένες λαμπάδες το ολόγυμνο σώμα του, που φαίνεται έτσι η ανυπέρβλητη θυσία του για τον Εσταυ­ρωμένο. Ο Άγιος νικά και πάλιν με την α­δάμαστη θέληση και καρτερία του στον Κύ­ριο.
Η΄. Εδώ οι άγριοι βασανιστές του χρησιμο­ποιούν και μηχανικά μέσα για να φθάσουν στο κορύφωμα του μαρτυρίου του. Έχουν δέσει τον Άγιο πάνω σ’ ένα μάγκανο κι αυ­τό σαν περιστρέφεται, του συντρίβει τα κόκκαλα. Υποφέρει εκείνος αγόγγυστα αλλά στο ωραίο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμέ­νη ανέκφραστη αγαλλίαση, γιατί υποφέρει για χάρη του Κυρίου.
Θ΄. Ο Φανούριος ρίπτεται σ’ ένα λάκκο, για να γίνει βορά άγριων θηρίων κι οι δήμιοί του από πάνω παρακολουθούν να δούνε το τέ­λος του. Τα θηρία όμως έχουν κυριολεκτι­κά εξημερωθεί απ’ τη χάρη του Θεού, γι’ αυ­τό τον περιτριγυρίζουν ήσυχα σαν αρνάκια και απολαμβάνουν θαυμάσια τη συντροφιά του.
Ι΄. Οι δήμιοί του δεν ικανοποιούνται απ’ το προηγούμενο αποτέλεσμα κι έτσι τον βγάζουν απ’ τον λάκκο και τον καταπλακώνουν μ’ ένα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πια πως θα τον αποτελειώσουν. Τίποτε όμως δεν πετυχαίνουνε κι αυτή τη φορά.
ΙΑ΄. Η σκηνή παρουσιάζει τον Άγιο μπροστά σε βωμό, όπου οι δήμιοί του τον προτρέπουν να θυσιάσει, βάζοντας στις παλάμες του αναμμένα κάρβουνα. Ο Φανούριος βγαίνει και απ’ αυτή τη δοκιμασία νικητής και αυτό διακρίνεται από ένα διάβολο, που έχει τη μορφή δράκου, που πετά στον αέρα και κλαίει για την αποτυχία του.
ΙΒ΄. Η τελευταία σκηνή είναι το τέλος του μαρτυρίου του, με τον Φανούριο ριγμένο σ’ ένα μεγάλο καμίνι να στέκεται όρθιος πάνω σ’ ένα σκαμνί και να τον περιζώνουν φλόγες και καπνοί. Ο Άγιος φαίνεται να προσεύχεται αδιάκοπα στον Θεό, χωρίς να εκφράζει κανένα παράπονο ή γογγυσμό κι έτσι άκαμπτος κι ανυποχώρητος πέταξε στα ουράνια, γεμάτος ικανοποίηση για όσα βάσανα υπόφερε για χάρη του Κυρίου.

3.    Το χτίσιμο του ναού
Ο Μητροπολίτης τότε του νησιού, ο Νείλος, όταν μελέτησε επισταμένα την ει­κόνα που βρέθηκε, αποφάνθηκε, πως ο Φα­νούριος ήταν ένας απ’ τους σπουδαιότε­ρους μεγαλομάρτυρες της Πίστεώς μας. Αμέσως έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμό­να του νησιού και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια για ν’ ανακαινίσει την εκκλησία. Όταν όμως ο ηγεμόνας αρνήθηκε, τότε ο Μητροπολίτης μετέβη ο ίδιος προσωπικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσε να εξασφαλίσει απ’ τον Σουλτάνο την άδεια που ζητούσε. Επέστρεψε σύντομα στη Ρόδο κι αναστήλωσε το ναό ακριβώς στην παλιά θέση του, έξω από τα τείχη του. Ο ναός σώζεται ως τα σήμερα και αποτελεί από τότε ιερό προσκύνημα όλων των Χριστιανών.

Το έθιμο της Φανουρόπιτας-γιατί την φτιάχνουμε;

Η φανουρόπιτα είναι μια νηστίσιμη πίτα που φτιάχνεται στην μνήμη του Αγίου Φανουρίου την ημέρα της γιορτής του (27/08) αλλά και άλλες ημέρες, την πηγαίνουμε στην εκκλησία κι αφού ο ιερέας διαβάσει την ειδική ευχή, κόβεται και προσφέρεται στους πιστούς ως ευλογία. Σίγουρα είναι ένα έθιμο που ξεκίνησε από μια ευλαβική χειρονομία των πιστών και το όνομα του έχει συνδεθεί με την εύρεση απολεσθέντων αντικειμένων αλλά και προσώπων. Αν επρόκειτο για κάτι το οποίο αλλοίωνε την λατρευτική τάξη και ήταν αντίθετο με την εκκλησιαστική μας παράδοση, η εκκλησία είχε τον χρόνο και τον τρόπο να το διορθώσει και να το αποτρέψει. Βεβαίως προτιμητέο θα ήταν τα κίνητρα και οι εκδηλώσεις να ήταν περισσότερο πνευματικού χαρακτήρα αλλά στο χέρι μας είναι να έχουμε και πνευματική ωφέλεια. Μπορούμε για παράδειγμα να φτιάξουμε εμείς την πίτα και όχι να την αγοράσουμε έτοιμη, να μάθουμε το απολυτίκιο του Αγίου και τον βίο του, να συμμετέχουμε ενεργά στις ακολουθίες που γίνονται προς τιμή του Αγίου και να μην μένουμε μόνο στην προσφορά της φανουρόπιτας. Άλλωστε ο Άγιος, αυτό είναι που θέλει από εμάς, την ειλικρινή συμμετοχή μας και την προσευχή μας, έτσι ώστε να μεσιτεύει όπως και κάθε Άγιος στον Χριστό, για την σωτηρία της ψυχής μας και αν κάτι θέλουμε οπωσδήποτε να μας φανερώσει, αυτό ας είναι ο σωστός δρόμος που θα μας οδηγήσει στην αιώνια βασιλεία Του. Αμήν.


Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

23 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ ΛΟΥΓΔΟΥΝΟΥ

Την Τρίτη 23 Αυγούστου εορτή του Αγίου Ειρηναίου επισκόπου Λουγδούνου, εόρτασε τα ονομαστήριά του ο π. Ειρηναίος, προϊστάμενος του Ι.Ναού, μαζί με αγαπητούς φίλους και αδελφούς, κοντά του ήταν ο γέροντας του π. Βασίλειος Πόπης από τον Αγ. Σπυρίδωνα Πειραιώς, ο π. Στυλιανός Χαρπαντίδης από τον Αγ. Πολύκαρπο Μενεμένης, ο καθηγητής και άρχων μουσικοδιδάσκαλος του οικουμενικού θρόνου κ. Διαμαντής Μαυραγάνης, ο Πρωτοψάλτης και ο Λαμπαδάριος του Ναού, Γεώργιος Σμάνης και Νικόλαος Διαμαντής, ο Αναστάσιος Μεντάκης πρωτοψάλτης του Ι.Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, ο Νικόλαος Κάτσικας από το Κάϊρο της Αιγύπτου, μαζί με τον αγαπητό μας Παναγιώτη Μιχαλιτσιάνο. Ο π. Ειρηναίος ευχαρίστησε όλους τους παρισταμένους για τις ευχές και την αγάπη τους, ευχόμενος με τη σειρά του τα χρόνια πολλά με υγεία και κάθε δυνατή ευτυχία προς όλους.






























Ο άγιος Ειρηναίος έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα της Ρώμης Μάρκου Αντωνίνου, τον δεύτερο μ. Χ. αιώνα, και υπήρξε αρχαίος Πατέρας της Εκκλησίας, διάδοχος των μακαρίων Αποστόλων, ενώ χρημάτισε και επίσκοπος Λουγδούνων της Γαλλίας (της σημερινής Λυών). Άφησε στην Εκκλησία πολλά βιβλία, τα οποία εξηγούσαν, ερμήνευαν και υπεράσπιζαν τη χριστιανική πίστη, τα οποία χρησιμοποίησαν πολύ για παρόμοιο σκοπό και οι μεταγενέστεροι Πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς. Ο άγιος ανέλαβε τα καθήκοντα του επισκόπου της εκκλησίας των Λουγδούνων, μετά τον Ποθεινό, ο οποίος και μαρτύρησε για την πίστη του Χριστού. Με τη διδασκαλία του ο Ειρηναίος και με τις παραινέσεις του, μετέστρεψε στην πίστη του Χριστού από την ειδωλολατρία πολλούς ανθρώπους,  πολλοί από τους οποίους έγιναν μάρτυρες του Χριστού, όπως και ο ίδιος τελικώς στεφανώθηκε με το στεφάνι του μαρτυρίου, με το ξίφος των διωκτών της πίστεως».
Η απόδοση της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που η Εκκλησία μας άγει σήμερα, αφενός τονίζει και πάλι τη σπουδαιότητα του προσώπου της Παναγίας μας, αφετέρου σχετίζει Αυτήν με τον μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, τον οποίο επίσης εορτάζουμε, τον άγιο ιερομάρτυρα Ειρηναίο Λουγδούνων ή Λυών. Και τούτο, διότι ο άγιος Ειρηναίος, συνεχιστής της θεολογίας του αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου (ο άγιος Ιγνάτιος ανοίγει τον δεύτερο μ.Χ. αιώνα, ο άγιος Ειρηναίος κλείνει τον αιώνα αυτόν), προβάλλει, μέσα στα πλαίσια της θεολογίας αυτής, την Υπεραγία Θεοτόκο, ως αναπόσπαστο παράγοντα της σωτηρίας του ανθρώπου. Εννοούμε ότι η Παναγία μας, κατά τον άγιο, δεν έχει τη θέση του εξαίρετου μέλους στην Εκκλησία, από πλευράς μόνον παραδειγματικής – να Της μοιάσουμε απλώς λόγω της αγιότητάς Της – αλλά και από πλευράς σωτηριώδους. Η υπακοή Της στον λόγο του Θεού, προκειμένου να έλθει στον κόσμο ως άνθρωπος ο Υιός του Θεού, αντιπαραβάλλεται με την ανυπακοή της πρώτης Εύας, που σημαίνει ότι όπως με εκείνη ο άνθρωπος ξέπεσε από τη σχέση του με τον Θεό, έτσι και με την Παναγία, ως δεύτερη Εύα, ο άνθρωπος βοηθήθηκε στην επανένταξή του σ’  Εκείνον. Ειρηναίος και Παναγία λοιπόν σχετίζονται ουσιαστικά και όχι μόνον γιατί συμπίπτει η απόδοση της Κοιμήσεώς Της με την εορτή του αγίου.
Ο άγιος Ειρηναίος όμως είναι από εκείνους του αποστολικούς Πατέρες που η επικαιρότητά τους σήμερα είναι εκπληκτική. Για δύο λόγους.  Πρώτον, διότι τόνισε σε βαθμό απόλυτο αυτό που αληθινά έφερε ο Χριστός και κήρυξαν οι απόστολοι, δηλαδή ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνον εν Χριστώ, κάτι που πήγε στην εποχή του να αλλοιωθεί με την κυριαρχία της αίρεσης του γνωστικισμού (ο οποίος κήρυσσε άλλον Θεό του καλού και άλλον του κακού και Δημιουργού, άρα δαιμονοποιούσε τον κόσμο και την ύλη, συνεπώς και το σώμα του ανθρώπου, και αρνιόταν και την Παλαιά Διαθήκη, ως το πρώτο θεόπνευστο μέρος της Αγίας Γραφής), αλλά και με τη συνέχειά του και σήμερα, μέσω υπολειμμάτων του – είναι γνωστό ότι όλα εκείνα τα συστήματα της εποχής μας, θεοσοφικά, φιλοσοφικά, μυστικιστικά, που μιλούν για γνώση και εύρεση του εαυτού με μύηση και στοχασμό και άσκηση, συνδέονται με αυτήν την ανατολική αίρεση των πρώτων χριστιανικών χρόνων, που κατεδίκασε η Εκκλησία μας. Δεύτερον, διότι εξίσου τόνισε ότι αυτή η εν Χριστώ σωτηρία δεν μπορεί να υπάρξει πουθενά αλλού, πέρα από την Εκκλησία. Ο άγιος Ειρηναίος  ήταν εκείνος που περίτρανα έδειξε ότι έξω από την Εκκλησία, που συνιστά το ζωντανό σώμα του Χριστού, δεν μπορεί κανείς να έχει μετοχή στον Χριστό, άρα δεν μπορεί και να σωθεί. Και καταλαβαίνουμε το πόσο επίκαιρη είναι η διδασκαλία του, διδασκαλία όλης της Εκκλησίας, όταν και πάλι ακούγονται φωνές, δυστυχώς και από «χριστιανούς», που πιστεύουν ότι μπορούν να «κρατούν» τον Χριστό, διαγράφοντας όμως την Εκκλησία. Απαρχής λοιπόν η Εκκλησία, δια στόματος πρώτον των αποστόλων, κι έπειτα των Πατέρων, σαν τον άγιο Ειρηναίο, έχει δώσει την απάντηση: Χριστός και Εκκλησία πάνε μαζί, όπως μαζί θεωρούνται η κεφαλή με το σώμα. Τυχόν διάσπασή τους σημαίνει εκτρωματική και «τερατική» κατάσταση.
Ο άγιος Ειρηναίος ήταν εκείνος που τονίζοντας τα παραπάνω δεν ιδεολογοποίησε την Εκκλησία. Δεν μίλησε γι’  αυτήν ως κάτι θεωρητικό, άρα και η σχέση του χριστιανού με τον Χριστό δεν μπορεί να είναι θεωρητική. Ο άγιος, στοιχώντας στην Παράδοση όπως είπαμε, των αποστόλων, ζώντας και αναπνέοντας ιδιαιτέρως τη ζωή και το ήθος του αγίου Ιγνατίου και του αγίου Πολυκάρπου, μίλησε για την πραγματική και ουσιαστική εν χάριτι μετοχή του ανθρώπου στον Χριστό. Ο άνθρωπος με άλλα λόγια έχει τον Χριστό, όταν μετέχει στη ζωή Του. Όπως η θέα του φωτός είναι μετοχή στο φως, έτσι και η πίστη στον Χριστό είναι μετοχή σ’  Εκείνον. Ο άγιος Ειρηναίος μάς ανοίγει τα μάτια σήμερα για τα καλά: ο Χριστός είναι ο Σωτήρας μας, τον Χριστό Τον ζούμε στην Εκκλησία, με τον Χριστό ενωνόμαστε πραγματικά και αληθινά.