«Ένας από τους πειρασμούς που ταλανίζει πάντα ιερείς και κήρυκες καθώς προσφέρουν διακηρύξεις και διακηρύξεις είναι η τάση να προσφέρουν λύσεις σε ανύπαρκτα διλήμματα, δίνοντας απαντήσεις σε ερωτήσεις που κανείς δεν θέτει ή απευθύνεται σε λάθος ακροατήριο.
Γι' αυτό και δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι διάφοροι ορθόδοξοι ιεράρχες και κύκλοι αισθάνονται την ανάγκη να εκφράσουν δυσανάλογη ζέση και υπερβολική ανησυχία για την τρέχουσα συζήτηση γύρω από το νομοσχέδιο για τους γάμους ατόμων ιδίου φύλου που μόλις ψηφίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Με τη νομιμοποίησή του, η Ελλάδα γίνεται η πρώτη ορθόδοξη χώρα με ισότητα στον πολιτικό γάμο...
Ο ακραίος και υπερβολικός θόρυβος των συνομιλιών και των δηλώσεων αυτή την εποχή, καθώς και η τοξικότητα και η υποκρισία των καταδικαστικών απορρίψεων και αναθεμάτων, θα έβρισκε αναμφίβολα πιο πρόσφορο έδαφος, αν απευθυνόταν σε ενοριακά προγράμματα και σε ενορίτες που προετοιμάζονται για τα (χριστιανικά) μυστήρια του γάμου ή της βάπτισης.
Αυτό που ξεκάθαρα λείπει... είναι ένας νηφάλιος προβληματισμός που βασίζεται στις ηθικές επιταγές του Ευαγγελίου.
Υπάρχουν πράγματα του Θεού και άλλα του Καίσαρα (Ματθ. 22,21).
Άλλωστε, εξ ορισμού, η Πολιτεία δεν περιμένει τη γνώμη ή την έγκριση της Εκκλησίας.
Ακόμη λιγότερο, το η Πολιτεία να επιβάλλει τη νομοθεσία της στην Εκκλησία.
Ο Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν ξεκάθαρος: «Αναφερόμαστε σε επιλογές του κράτους και όχι σε θρησκευτικές πεποιθήσεις!»
Η Εκκλησία έχει κάθε δικαίωμα (δηλαδή, όπως της παραχωρείται από το Κράτος!) να προσκολλάται σε ιστορικούς και —κατά τη γνώμη της— αδιαμφισβήτητους κανόνες ή απαράβατους κανονισμούς: εν τέλει, μιλάμε για αυτό που κάνει η Εκκλησία ή αυτό που η Εκκλησία θεωρεί ότι πρέπει να κάνει.
Με την ίδια λογική, από την πλευρά του, το Κράτος δεν θα περίμενε ούτε θα υπέθετε ποτέ ότι η Εκκλησία έπρεπε να παρεκκλίνει από τα δόγματά της, όπως η κοινωνία δεν θα περίμενε ποτέ από την Εκκλησία να καταργήσει τα δόγματά της.
Το πρόβλημα είναι αναμφισβήτητα ότι, στις «παραδοσιακά ορθόδοξες» χώρες, η Εκκλησία έχει μια περίεργη και περίπλοκη σχέση με το κράτος.
Ως αποτέλεσμα, η Εκκλησία μπορεί μερικές φορές να απειλήσει να αποκλείσει από τα μυστήρια όσους θεωρεί «ανήθικους» ή «ακάθαρτους» —πάντα, φυσικά, σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια— ειδικά όταν οι πολιτευτές ορκίζονται ενώπιον ορθοδόξων κληρικών (π.χ. .επισκόπους) στο όνομα της Αγίας Τριάδας!!
Ωστόσο, με όλη την επακόλουθη ταραχή και τη «μεγαλοπρέπεια» στη συζήτηση για τους γάμους ατόμων ιδίου φύλου -κυρίως σε θρησκευτικούς κύκλους- αυτό που φαίνεται να διαφεύγει από την Εκκλησία είναι ότι, όπως ο τομέας της πίστης ή της πνευματικότητας προϋποθέτει μια συνεχή διαδικασία, έτσι και η δημοκρατία ή νεωτερικότητα είναι ένα έργο σε εξέλιξη.
Κανένα από τα δύο δεν είναι στατικό ή αποκλειστικό. Και οι δύο επιδιώκουν και προσπαθούν για ωριμότητα και ακεραιότητα.
Επιπλέον, κανένα από τα δύο δεν λύνεται με διαμαρτυρία ή λαϊκισμό. Αντίθετα, και τα δύο απαιτούν δέσμευση και αλληλεπίδραση.
Ο πολιτικός γάμος ατόμων ιδίου φύλου δεν αφορά την Εκκλησία ή την ύπαρξή της, αλλά ένα περιορισμένο και συγκεκριμένο τμήμα της κοινωνίας, για το οποίο η Πολιτεία είναι υπεύθυνη και υποχρεωμένη να φροντίζει, ενώ —προσοχή!— η Εκκλησία θα έπρεπε -τουλάχιστον- να αποδεικνύει την ίδια ποιμαντική και πνευματική μέριμνα όπως για κάθε άλλο τμήμα της κοινωνίας.
Ενώ η «Ιεραρχία» δύναται να είναι ανένδοτη στο να ορίζει με πάθος τη θεολογική κατανόηση και τη μυστηριακή ιεροτελεστία του χριστιανικού γάμου ή να προστατεύει τον κοινωνικό ρόλο και την ιερή σημασία της οικογένειας, και κανείς στην πραγματικότητα δεν αμφισβητεί αυτές τις θέσεις της Εκκλησίας.
Αλλά και η Εκκλησία πρέπει να συνειδητοποιήσει και να αναγνωρίσει ότι ο λόγος της δεν είναι ούτε νόμος ούτε επιστήμη.
Ας μην κοροϊδεύουμε τους άλλους - ή τον εαυτό μας, για αυτό το θέμα.
Όταν επικαλούμαστε τη Γραφή ή αναφερόμαστε στον Χριστιανισμό, είναι τολμηρό, αν όχι «θράσος», να υποθέτουμε ότι τα λόγια ή τα συναισθήματά μας είναι δηλώσεις ή αισθήματα του Θεού.
Όταν ο Θεός «μιλάει» στο Βιβλίο της Γένεσης, τα λόγια (γλώσσα) ανήκουν σίγουρα στον συγγραφέα της Πεντάτευχου, όχι στην αόρατη, άφατη και υπερβατική θεότητα. Αυτή είναι η βάση και η ουσία της ερμηνευτικής.
Σε αντίθεση με το Κοράνι, η Αγ.Γραφή δεν κατεβαίνει μαγικά ή μηχανικά από ψηλά.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τη σαρία, το δόγμα της Εκκλησίας μπορεί να καθορίζει την προσωπική συμπεριφορά, αλλά δεν μπορεί να υπαγορεύει «τους τρόπους της κοινωνίας».
Και σε αντίθεση με τα μουσουλμανικά κράτη, οι «ορθόδοξες χώρες» - ειδικά εκείνες που αναμιγνύονται ή συνδέονται με δυτικές δημοκρατίες - θα πρέπει να αποφεύγουν τέτοιες δηλώσεις όπως «Δεν υπάρχουν ομοφυλόφιλοι στην εκκλησία» ή «Δεν μπορεί κανείς να είναι γκέι και μέλος της εκκλησίας (ή, για αυτό θέμα, χριστιανός!).
Γι' αυτό ακριβώς το ανακοινωθέν «των 40 ηγουμένων και εκπροσώπων της έκτακτης/έκτακτης διπλής σύναξης» στο Άγιο Όρος (8-2-24) για «αυτούς τους ανθρώπους» (sic!), με άλλα λόγια για τους ομοφυλόφιλους, είναι αν μη τι άλλο αναχρονιστικό και υποκριτικό.
(...) Μόλις ένα χρόνο «αφού στριμώχθηκε σε μια γωνία» στο ερώτημα της βάπτισης παιδιών ομοφυλόφιλων ζευγαριών —και πάλι με τη μαχητική υποστήριξη του Αγίου Όρους!— η Εκκλησία της Ελλάδος επανεξετάζει τώρα ακόμη και τις βαπτίσεις των νηπίων (καλά... Τουλάχιστον για τους ομοφυλόφιλους, κι αναρωτιέμαι πώς θα το καθιερώσουν;) με βάση ότι, σύμφωνα με τα λόγια ενός ιεράρχη, «Ένα παιδί δεν έχει πίστη. Μόνο ένας ενήλικας ή ο «ανάδοχος» έχει πίστη» — αναμφισβήτητα μια στοιχειώδης και εσφαλμένη σύγχυση της πίστης και της γνώσης, ανοίγοντας περαιτέρω το δρόμο για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προσωπικής ελευθερίας.
Ο ίδιος ιεράρχης μάλιστα παρατήρησε ότι είναι σκόπιμο να αρνηθεί κανείς τη βάπτιση σε ένα παιδί για χάρη της τιμωρίας του ενήλικα ομοφυλόφιλου!
Για άλλη μια φορά, ο πρωθυπουργός ήταν διαυγής : «Η δημοκρατία μας (sic!) απαιτεί να μην υπάρχουν δύο τάξεις πολιτών, και σίγουρα δεν μπορεί να υπάρχουν παιδιά ενός κατώτερου θεού».
Πόσο ειρωνικό και εντυπωσιακό είναι ότι ορισμένοι εκπρόσωποι του Ελληνικού Κράτους και TVN ακαδημαϊκών κλάδων -κοσμικά άτομα, τα οποία ωστόσο σίγουρα θα «προηγηθούν [εμάς] στην ουράνια βασιλεία» (Ματθ. 21.31)- επιδεικνύουν μεγαλύτερη διάκριση και συμπόνια, από πολλούς από τους «Αγιότερους ισοδύναμους» στην εκκλησιαστική ιεραρχία και τη μοναστική κοινότητα, όταν μας υπενθυμίζουν ότι η πρόσφατη νομοθεσία που ψήφισε η ''Βουλή των Ελλήνων'' αφορά ενήλικες και παιδιά που διαφορετικά δεν θα αναγνωρίζονταν στη δημόσια ζωή και αντιμετωπίζουν σοβαρές διακρίσεις.
Πόσο παράδοξο και λυπηρό είναι ότι, σε σύγκριση με τους θρησκευτικούς ή πνευματικούς ομολόγους τους, ορισμένοι λαϊκοί και ''μη θρησκευόμενοι'' δείχνουν τελικά μεγαλύτερη κατανόηση και αλληλεγγύη προς αυτούς που περιφρονούνται δυσανάλογα και περιθωριοποιούνται.
Σίγουρα η Εκκλησία υποτίθεται ότι στέκεται δίπλα στους παραμελημένους και εξοστρακισμένους συμπολίτες μας.
Η Εκκλησία είναι από τη φύση της υποχρεωμένη και καλούμενη να στηρίξει όσους υφίστανται διακρίσεις και εξοστρακίζονται.
Άλλωστε, εδώ βρίσκεται πάντα ο Θεός, στην ποιμαντική και στην καθημερινή πρακτική.
Ο κόσμος μπορεί να μην ακούσει τον ξεπερασμένο ''μονόλογο'' της Εκκλησίας. Αλλά «όσοι έχουν αυτιά για να ακούσουν» (Ματθ. 13,9) είναι σίγουρα σε θέση να γνωρίζουν καλύτερα.
Θα ήταν απογοητευτικό αν η Εκκλησία βρεθεί ξανά στη «λάθος πλευρά» της ιστορίας!
ΠΗΓΗ
(π.Ιωάννης Χρυσαυγής, Διευθυντής του Οικουμενικού Ινστιτούτου Huffington στο HCHC)
i Chryssavgis, R. J. (2024, February 22). The things that are god's and the things that are Caesar's : On the legalization of same-sex marriage in Greece. Public Orthodoxy. Retrieved March 4, 2024, from https://publicorthodoxy.org/2024/02/22/what-is-gods-what-is-caesars/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου