Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

Ο ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Με εκκλησιαστική λαμπρότητα και μέσα σε κατανυκτική ατμόσφαιρα αλλά και με τη δέουσα λαμπρότητα – παρά τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν λόγω του κορονοϊού-, στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως Καλλιθέας , την Παρασκευή 14/8/2020 και περί την 7 μμ, τελέστηκε ο μετά Αρτοκλασίας Πανηγυρικός  Εσπερινός της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. 

Κατά τη διάρκεια του εσπερινού εψάλησαν τα Εγκώμια μπροστά στο ανθοστόλιστο Επιτάφιο, από τον πανοσιολογιώτατο Αρχιμ. Σισώη Σκάρκο, τον π. Αθανάσιο Ηλιόπουλο και σύσσωμο το πλήθος των ενοριτών. 

Στην ακολουθία ο προϊστάμενος  της ενορίας  απήθυνε προς το χριστεπώνυμο πλήρωμα τον προσήκοντα λόγον οικοδομής και παρακλήσεως, πρίν την έναρξη των Εγκωμίων και της σύντομης Περιφοράς του Επιταφίου εντός του Ναού. 

Στο κήρυγμά του αναφέρθηκε στο ιστορικό και λειτουργικό πλαίσιο της εορτής και της ακολουθίας των Εγκωμίων.  
Ενώ κάνοντας χρήση της μουσικής παιδείας του αναφέρθηκε στο ότι οι υμνογράφοι – μελοποιοί της εποχής εκείνης από τον πλούτο μελοποιίας τις ελληνικής – βυζαντινής μουσικής επέλεξαν έναν ηγεμονικό και επιβλητικό ήχο(πλάγιος του τετάρτου εκ του Γα) .
Παράλληλα δε, με την αφθονία των μελών που προκύπτουν από τη μίξη διατονικού – χρωματικού και εναρμονίου γένους και με διάφορες παραχορδές, μόχθησαν για να αποδοθεί εσωτερικευμένα το νόημα της εορτής εναργέστερα, το οτι δηλαδή η  ενσάρκωση του Θεού Λόγου νοείται και προσλαμβάνεται ως υπέρτατο μυστήριο και ανεπανάληπτο γεγονός, που δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με την δημιουργία του κόσμου.

Οι πύλες της ανθρώπινης ιστορίας άνοιξαν και μπήκε στον χώρο και τον χρόνο, ο αχώρητος Θεός και έγινε άνθρωπος, σμικρύνθηκε, κενώθηκε και ταπεινώθηκε. Πόση δόξα και ευγνωμοσύνη οφείλουμε στην Κυρία Θεοτόκο, την άμεσο συνεργό του Θεού, στη δική μας σωτηρία. Γιατί, δια της Θεοτόκου, νικήθηκε ο έσχατος εχθρός μας, ο θάνατος, το ψεύδος και η αναλήθεια. 

Η Παρθένος Μαρία είναι ο καρπός του δένδρου των οσίων και των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης, «η Πύλη η κατά ανατολάς, η κεκλεισμένη», σύμφωνα με τον προφήτη Ιεζεκιήλ, η παρηγοριά, το λιμάνι κι η καταφυγή κάθε πονεμένης ψυχής. Γι’ αυτό στη συνείδηση του λαού η εορτή αυτή αποτελεί το δεύτερο Πάσχα, το Πάσχα του καλοκαιριού.  Της «άλλης βιοτής της αιωνίου, την απαρχήν» που εορτάζουμε το Πάσχα, πρώτος καρπός είναι η δόξα της Υπεραγίας Θεοτόκου. 
Η Παναγία είναι το αιώνιο πρότυπο μας, γιατί αξιώθηκε δια της χάριτος του Θεού, να συναντήσει πρώτη τον Αναστημένο Χριστό, στην δόξα των ουρανών. 

Είναι ασύλληπτο στην ανθρώπινη λογική μας, το γεγονός ότι ο δημιουργός της ζωής, εισήλθε στο σώμα μιας κορασίδος και εκεί για εννέα μήνες, βίωσε την πρόσληψη της ανθρώπινης φύσεως, θελήσεως και ενεργείας. Και αυτό το μέγα γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας, διακονήθηκε από την καθαρότητα, την αγιότητα, την ευλάβεια και την πιστότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου (…). 


Συνεχίζοντας, τόνισε αρχικά ότι για την Κοίμηση της Θεοτόκου δεν έχουμε πληροφορίες από την Καινή Διαθήκη. Γι’ αυτή μαθαίνουμε από την «Απόκρυφον διήγησιν του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου περί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μαρίας», από το σύγγραμμα «Περί Θείων ονομάτων» του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη και από τα «Εγκώμια εις την Κοίμησιν» Πατέρων της Εκκλησίας.
 Την ευσεβή αυτή παράδοση της Εκκλησίας μας συνοψίζει άριστα το εξαποστειλάριο της εορτής της Κοιμήσεως «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα· και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα». 
Επιπλέον αυτή καθαυτή η γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου πρωτοεμφανίστηκε τον 5ο αιώνα  μ.Χ. την εποχή του αυτοκράτορα Μαρκιανού, ο οποίος έκτισε ναό στη Γεθσημανή, όπου κατά την παράδοση ετάφη η Θεοτόκος. 
Ο εορτασμός της διαρκεί περισσότερο από κάθε άλλη, αφού η μεθέορτος περίοδος διαρκεί 9 ημέρες, έως τις 23 Αυγούστου, οπότε τελείται η απόδοση της εορτής, και συνδέεται με την περιοχή «Κάθισμα», η οποία ευρίσκεται τρία μίλια από τα Ιεροσόλυμα, κατά την πορεία προς τη Βηθλεέμ. 
Η ιερότητα του τόπου συνδέεται με το απόκρυφο βιβλίο ‘’Πρωτευγγέλιο του Ιακώβου’’ και την σχετική μαρτυρία του προσκυνητή Θεοδώρου (Στ’ αι.), τα οποία  ταυτοποιούν το σημείο αυτό με τον τόπο, στον οποίο η εγκυμονούσα Θεοτόκος ζήτησε να κατέβει από την όνο και να ξεκουραστεί, κατά την προς τη Βηθλεέμ πορεία της.
Το «Κάθισμα» απετέλεσε τον πρώτο τόπο συγκεκριμένης τιμής προς τη Θεοτόκο, αφού κατά τις αρχές του Ε’ αι., επί πατριαρχείας Ιουβεναλίου Ιεροσολύμων, η Ρωμαία προσκυνήτρια Ικελία ή Ικηλία οικοδόμησε ναό στη μνήμη της Θεομήτορος. 
Ο ναός αυτός συνδέεται και με τον πρώτο, καθιερωμένο, ετήσιο εορτασμό της μνήμης της Παναγίας, που ο Θεόδωρος Πέτρας χαρακτηρίζει ως «μνήμην Θεοτόκου». 
Η ημερομηνία αυτού του εορτασμού δεν είναι ακριβής, αλλά κυμαίνεται μεταξύ 13 και 15 Αυγούστου, υπό τη θεώρηση ότι σχετίζεται με τον εγκαινιασμό του ναού της Ικελίας ίσως τη 13η Αυγούστου. 
Η οικοδόμηση ναού της Θεοτόκου στη Γεθσημανή, όπου βρίσκεται και ο τάφος της Παναγίας, από τον αυτοκράτορα Μαρκιανό επιδρά καταλυτικά στο εορτολόγιο. 

Το 460, τρία χρόνια μετά το θάνατο του Μαρκιανού εμφανίζεται ο εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο ναό της Γεθσημανή την 15η Αυγούστου, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα τον παλαιότερο εορτασμό στο «Κάθισμα», που αρχικά περιορίστηκε στις 13 Αυγούστου και σταδιακά εξέλιπε. 
Ο καθορισμός της ημέρας τιμής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου έχει άμεση σύνδεση με την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431), κατά την οποία διατυπώθηκε η περί της Θεοτόκου δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. 
Η επίσημη, όμως, καθιέρωση της συγκεκριμένης ημερομηνίας τιμής της Κοιμήσεως γίνεται στα τέλη του Στ’ αι., οπότε ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος εκδίδει σχετικό διάταγμα, σύμφωνα με μαρτυρία του Νικηφόρου Καλλίστου στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, αλλά τούτο δεν συνεπάγεται και την επιβολή της σε κάθε τοπική Εκκλησία. 
Η τιμή προς το πρόσωπο της Θεοτόκου, αλλά και η μνήμης της Κοιμήσεώς της είναι δεδομένη. 
Έως και τον Ζ’ αι., όμως, δεν εορταζόταν σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο κατά την 15η Αυγούστου.

Τέλος, ο πανοσιολογιότατος ανέπτυξε ακόμη και το γεγονός ότι υπάρχει εν τέλει σε πολλά μέρη του Ορθοδόξου κόσμου η ευλαβής συνήθεια να στολίζουν ανάλογο κουβούκλιο με άνθη την ημέρα αυτή , και μέσα εκεί να αποθέτουν εικόνα Κοιμήσεως της Παρθένου, και να της ψάλλουν επίσης Εγκώμια με συντριβή και κατάνυξη που θυμίζει τις πένθιμες ώρες της Μεγάλης Παρασκευής. 

Έτσι γίνεται συνήθως σε πολλά Ορθόδοξα Μοναστήρια, αφού είναι γνωστή η ιδιαίτερη ευλάβεια των Ορθοδόξων Μοναχών προς το πάνσεπτο πρόσωπο της Θεοτόκου, στην οποία άλλωστε έχουν αφιερώσει κι ολόκληρο το Άγιον Όρος . 

Επειδή όμως συμβαίνει σχετικά με  αυτό το ευλαβικό τιμητικό λατρευτικό έθιμο ορισμένοι να παραξενεύονται, κι ίσως ακόμη και να σκανδαλίζονται, βλέποντας τον Επιτάφιο της Παναγίας, θα πρέπει να τονιστεί ότι τούτο γίνεται  όταν δεν εμβαθύνει κανείς στο μυστήριο του σαρκωθέντος Θεού και Λόγου , του Ιησού Χριστού και της Παναγίας Θεοτόκου. 

Γιατί τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά όταν θυμηθούμε τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με την ενανθρώπηση Του. 
Το θεμελιωδέστερο λοιπόν στοιχείο αυτής της διδασκαλίας είναι ότι η Παναγία συνέλαβε τον Υιόν του Θεού ασπόρως, δηλαδή άνευ σποράς ανδρός, υπερφυώς. 
Το Σύμβολον της Πίστεως λέει επιγραμματικά ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου».
Έχοντας αυτή τη θεμελιώδη αλήθεια στο νου μας, θα πρέπει τώρα να θυμηθούμε ότι  ο θάνατος της είναι Πάσχα, είναι πέρασμα από τα πρόσκαιρα στα αιώνια, γιατί Εκείνη είναι η μητέρα της ζωής. Ταυτόχρονα  γιορτάζουμε καί την μετάσταση του αγίου σώματος της, που έδωσε σάρκα και αίμα στον Υιό και Λόγο του Θεού και δεν επρόκειτο να δει την φθορά που βλέπουν τα ανθρώπινα σώματα.

Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι το 14ο αιώνα, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αποκαλεί την εορτή ως παγκόσμιο πανήγυρη, γεγονός το οποίο σημαίνει, όχι μόνο την καθολική επικράτηση της εορτής, αλλά και την αποβολή του όποιου πένθιμου χαρακτήρα.  
Ο Δαμασκηνός σπεύδει να διευκρινίσει, ότι η εξόδιος εορτή της μητέρας του Θεού, δεν χαρακτηρίζεται από πανηγύρεις με αυλούς και κορύβαντες, όπως συμβαίνει περί των εορτών των μητέρων των ψευδωνύμων θεών, κατά τις όποιες επισυμβαίνουν όργια. 

Η σκέψη του οδηγείται στη συνάφεια μεταξύ της τιμωμένης Θεοτόκου και του λατρευομένου Θεού: η αρμόζουσα στο Θεό πνευματική λατρεία προεκτείνεται στην τιμή της μητέρας του Θεού, της Θεοτόκου. 
Τα υπό του Δαμασκηνού επισημαινόμενα, ως προς το χαρακτήρα της πανηγύρεως της Κοιμήσεως διαφωτίζουν πτυχές της ιστορίας της εορτής. 
Τελετουργική πτυχή του εορτασμού της Κοιμήσεως είναι είτε οι χαιρετισμοί, οι οποίοι καταχωρούνται στους Εγκωμιαστικούς προς την Κοίμηση Λόγους.
 Η επισήμανση του Ανδρέα Κρήτης ότι, κατά την εορτή της Κοιμήσεως, ‘’πάσα γλώσσα χορευέτω και προσαδέτω τη Θεοτόκω το χαίρε’’, εισάγει το χριστιανό στο ενδιαφέρον τελετουργικό θέμα πιθανής υπάρξεως εγκωμιαστικών χαιρετισμών κατά την επιτέλεση της εορτής.
Οι Λόγοι και τα Εγκώμια για την εορτή της Κοιμήσεως περιέχουν, κάποτε, κάποιες προσευχές, απευθυνόμενες προς τη Θεοτόκο. Οι προσευχές αυτές δεν βρίσκονται σε ιδιαίτερα λειτουργικά βιβλία (στις ευχολογιακές συλλογές) και είναι άγνωστο εάν αποτελούσαν ατομικές ευχές των συγγραφέων τους ή συλλογικές ευχές της Εκκλησίας.
 Οι σημαντικότερες εκ των προσευχών αυτών προέρχονται από το Γερμανό Κωνσταντινουπόλεως. Λειτουργικού χαρακτήρος, επίσης, θεωρείται η προσευχή του Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, του δε Γρηγορίου του Παλαμά βρίσκεται μάλλον στα πλαίσια της ατομικής προσευχής.
Ενδιαφέρουσες, ακόμη, είναι οι μαρτυρίες περί ορισμένης ακολουθίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ανεπέμπετο η υμνωδία. Ο Δαμασκηνός μιλά για ‘’παννύχεις στάσεις’’, υποδηλώνοντας  την τέλεση ολονύκτιου εορτασμού επί τη εορτή της Κοιμήσεως. 
Στον τύπο αυτό της ακολουθίας αναφέρεται  ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Γερμανός Α’ (715-730 μX ), ο οποίος μαρτυρεί περί τριών παννυχίδων, οι οποίες προηγούνται της εορτής της Κοιμήσεως. Η πληροφορία αυτή  αποκαλύπτει, ότι υφίστατο τριήμερος εορτασμός.
 Εφόσον η συγκεκριμένη τελετουργική πρακτική ίσχυε για την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, θα πρέπει να τη θεωρήσουμε ως διαδεδομένη και σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας.

(Ενδεικτικά ακολουθεί μέρος των χαιρετισμών του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού (911), ο οποίος υπήρξε και υμνογράφος, όπως καταχωρούνται σε Ομιλία του στην Κοίμηση.
Χαίρε η κιβωτός, δι’ ης ο Θεός εν τω διά σου αναστήσαι το πλάσμα του πτώματος, … Χαίρε, το πίον όρος, ου την πιότητα κατιδών ο της φύσεως γεωργός, εκ σου ημίν εγεώργησε την αφθονίαν των αγαθών. Χαίρε, δι’ ης οσφύος θνητής επί τον αιώνιον θρόνον αιωνίως καθίσων, ενίδρυται βασιλεύ. … Χαίρε, ο δεξιώτατος τόμος της του Θεού Λόγου γραφής, … δι’ ου τετρυχωμένος ημίν τω βαρεί της δουλείας ζυγώ, αναφαίρετος εγράφη ελευθερία. Χαίρε, Ράβδος, εξ ης του ζωηρού άνθους της ευλογίας εξανθηκότος, η φθοροποιός απεφθάρη κατάρα. Χαίρε, η τον άστεκτον άνθρακα περισχούσα λαβίς, δι’ ου της ρυπαράς αμαρτίας, εν τη χειλέων προσψαύσει εκκαθαιρόμεθα. Χαίρε, η τον καινώς και υπερφυώς γεωργηθέντα άρτον φέρουσα τράπεζα, ου τραφέντες οι τη γεωργία της ακάνθης λιμώ απολλύμενοι, του κινδύνου διασεσώσμεθα. Χαίρε, πύλη, η μόνω τω Βασιλεί, εις την είσοδον της καθ’ ημάς αφωρισμένη ζωοπλαστίας, των κλείθρων σοι παλάτιον, εξ ου ταπεινώ σχήματι προεληλυθώς ο Βασιλεύς, και τον ανηρημένον το καθ’ ημάς κράτος θάνατον ανελών, το της εκείνου τυραννίδος οδυνηρόν, και επίπονον, εις ανάπαυσιν ήμειψεν, η και αυτή σήμερον προσομιλούσα, προς την διά σου κεχορηγημένην διαβαίνεις άθανασίαν“).

ΕΠΙΛΕΞΑΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

                                 






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου