''Καὶ εἶπε Σαμουὴλ πρὸς Σαούλ· ἐμὲ ἀπέστειλε Κύριος χρῖσαί σε εἰς βασιλέα ἐπὶ Ἰσραήλ, καὶ νῦν ἄκουε τῆς φωνῆς Κυρίου· τάδε εἶπε Κύριος Σαβαώθ· νῦν ἐκδικήσω ἃ ἐποίησεν Ἀμαλὴκ τῷ Ἰσραήλ, ὡς ἀπήντησεν αὐτῷ ἐν τῇ ὁδῷ ἀναβαίνοντος αὐτοῦ ἐξ Αἰγύπτου· καὶ νῦν πορεύου καὶ πατάξεις τὸν Ἀμαλὴκ καὶ Ἱερὶμ καὶ πάντα τὰ αὐτοῦ καὶ οὐ περιποιήσῃ ἐξ αὐτοῦ καὶ ἐξολοθρεύσεις αὐτὸν καὶ ἀναθεματιεῖς αὐτὸν καὶ πάντα τὰ αὐτοῦ καὶ οὐ φείσῃ ἀπ᾿ αὐτοῦ καὶ ἀποκτενεῖς ἀπὸ ἀνδρὸς καὶ ἕως γυναικὸς καὶ ἀπὸ νηπίου ἕως θηλάζοντος καὶ ἀπὸ μόσχου ἕως προβάτου καὶ ἀπὸ καμήλου ἕως ὄνου...καὶ συνέλαβε τὸν Ἀγὰγ βασιλέα Ἀμαλὴκ ζῶντα καὶ πάντα τὸν λαὸν καὶ Ἱερὶμ ἀπέκτεινεν ἐν στόματι ῥομφαίας''(Α Βασ.15:1-3,8) .
Πολλά από τα επίθετα που αποδίδονται στον Θεό τον παρουσιάζουν ως «πολεμιστή» (אִישׁ מִלְחָמָה [ις μιλχαμά]) , ως «κραταιό και ισχυρό» (עִזּוּז וְגִבֹּור [ιζζούζ βαγιμπόρ]) και «δυνατό στον πόλεμο» (גִּבֹּור מִלְחָמָה [γκιμπόρ μιλχαμά]) ως «γενναίο πολεμιστή» (גִּבֹור עָרִיץ [γκιβόρ αρίτς]) και άλλα παρόμοια, που στα αφτιά του σύγχρονου αναγνώστη ηχούν παράξενα και γεννούν το εύλογο ερώτημα αν αυτός ο σκληρός και πολεμοχαρής Θεός, όπως παριστάνεται στην Παλαιά Διαθήκη, μπορεί να είναι ο ίδιος με το σπλαχνικό και μακρόθυμο Πατέρα που αποκαλύπτει ο Ιησούς Χριστός στην Καινή;
(...)Η παρέμβαση όμως του Θεού μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινότητας ανθρώπων, η οποία βιώνει την παρέμβαση αυτήν.
Έτσι, το περιεχόμενο της Βίβλου είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας μακραίωνης διαδικασίας, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η κοινότητα εκείνη η οποία βίωσε την αποκάλυψη του Θεού μέσα στην ιστορία της και διατήρησε την εμπειρία της αυτή ζωντανή μέσα στην προφορική της παράδοση, πριν την καταγράψει και στη συνέχεια η ίδια αυτή κοινότητα αναγνωρίσει αυτήν την καταγραφή ως αυθεντική μαρτυρία της εμπειρίας της.
Ο χαρακτηρισμός, επομένως, της Αγίας Γραφής ως “Λόγου του Θεού” δεν δηλώνει ένα κείμενο που υπαγορεύτηκε στους ανθρώπους από τον Θεό, ένα είδος διακήρυξης αρχών της πίστης, αλλά ένα έργο που καταγράφει την εμπειρία της αποκάλυψης του Θεού από τους ανθρώπους. Είναι, δηλαδή, η Βίβλος έργο ανθρώπινο που γράφτηκε από ανθρώπους στη γλώσσα που μιλούν οι άνθρωποι.
Ως ανθρώπινα όμως έργα τα βιβλικά κείμενα χρησιμοποιούν ένα συγκεκριμένο λεξιλόγιο και αντικατοπτρίζουν το συγκεκριμένο πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκε το καθένα από αυτά, καθώς και τα ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα της εποχής κατά την οποία γράφτηκε.
(...)Αξιοσημείωτο είναι το ότι ακόμα και οι πιο ειδεχθείς πολεμικές ενέργειες παρουσιάζονται από τον βιβλικό “ιστορικό” ως θέλημα του Θεού, το οποίο διαβιβάζεται μέσω κάποιου προφήτη προς κάποιον ηγέτη: «Ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: ... άκου τι λέει ο Κύριος: O Κύριος του Σύμπαντος λέει τα εξής: Τώρα θα πάρω εκδίκηση για όσα έκαναν οι Αμαληκίτες στον Ισραήλ ... Τώρα πήγαινε να πολεμήσεις τους Αμαληκίτες, τους Ιεριμίτες και κάθε περιοχή που τους ανήκει. Να μην διασωθεί τίποτα απ᾿ αυτούς. Θα τους εξολοθρεύσεις, θα αφανίσεις εντελώς, αυτούς και κάθε τι που τους ανήκει, και δεν θα τους λυπηθείς. Θα σκοτώσεις άντρες και γυναίκες, μικρά παιδιά και βρέφη, μοσχάρια, πρόβατα, καμήλες και γαϊδούρια»(Α Βασ.15:1-3,8).
Και είναι αξιοσημείωτο ότι, όταν ο Σαούλ δεν τηρεί πλήρως αυτή την εντολή, χαρίζοντας τη ζωή στον βασιλιά των Αμαληκιτών Αγάγ, ο Θεός πληροφορεί τον Σαμουήλ ότι «Μετάνιωσα που έκανα τον Σαούλ βασιλιά, γιατί έπαψε να με ακολουθεί και δεν τήρησε τις εντολές μου» .
Αυτό που παρουσιάζεται εδώ ως εντολή του Θεού δεν είναι τίποτε άλλο από τη συνήθη πρακτική του πολέμου της εποχής, που στη Βίβλο χαρακτηρίζεται ως “ανάθεμα”.
Πρόκειται για μια διαδεδομένη στον χώρο της αρχαίας Ανατολής πολεμική πρακτική, σύμφωνα με την οποία μια πόλη αφιερώνεται ολόκληρη μαζί με τους κατοίκους της στους θεούς. Αν τα αναφερόμενα στο “ανάθεμα” βιβλικά κείμενα κατανοηθούν ως ιστορικές αναφορές που καταγράφουν πραγματικά πολεμικά γεγονότα, προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο ίδιος ο Θεός νομιμοποιεί τις πιο βάρβαρες βιαιότητες που οδηγούν στον πλήρη αφανισμό ολόκληρων πόλεων.
Αντίθετα, αν ληφθεί υπόψη, με βάση τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω για τα χαρακτηριστικά της βιβλικής ιστοριογραφίας, ότι οι αφηγήσεις αυτές δεν εξυπηρετούν ιστορικούς αλλά θεολογικούς σκοπούς, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι εντελώς διαφορετικά.
Αναμφίβολα η ιδέα ότι ο ίδιος ο Θεός προστάζει τον αφανισμό ακόμα και των νηπίων μιας κατακτημένης περιοχής προκαλεί φρίκη στον σύγχρονο αναγνώστη και προφανώς ανάλογα αισθήματα θα γεννούσε και στους αρχαίους.
Μέσα, λοιπόν, από τέτοιες φρικιαστικές περιγραφές οι βιβλικοί συγγραφείς επιχειρούν να διακηρύξουν, με τρόπο παραστατικό που δεν αφήνει οποιαδήποτε περιθώρια αμφισβήτησης, την ανυπαρξία των ειδωλολατρικών θεοτήτων και την παντοδυναμία του ενός και μοναδικού Θεού.
Πρόκειται για τη βασική θέση της λεγόμενης “δευτερονομιστικής παράδοσης”, μιας σχολής σκέψης, η οποία διαμορφώθηκε σε μια εποχή κατά την οποία ο Ισραήλ βρισκόταν σε πλήρη πολιτική αδυναμία και αντιμετώπιζε τον κίνδυνο της εξαφάνισης.
(...)Στο υπόβαθρο των αφηγήσεων αυτών υπόκειται η ιδέα ότι, όσο ο Ισραήλ παρέμενε πιστός στους όρους της Διαθήκης και εξαφάνισε ολοκληρωτικά τη λατρεία των παγανιστικών θεοτήτων από τη ζωή του, ο Θεός τον προστάτεψε κατά τις περιπλανήσεις του στην έρημο και του χάρισε τη χώρα· αν τώρα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο του αφανισμού, αυτό οφείλεται στο ότι παρασύρθηκε στην ειδωλολατρία.
Ο τρόπος που επιλέγει ο βιβλικός συγγραφέας για να περιγράψει τη δύναμη του Θεού και την ανυπαρξία των παγανιστικών θεοτήτων είναι να μιλήσει, πάντα κατά τις αντιλήψεις της εποχής, για τον αφανισμό των πιστών τους.
Τα όσα, λοιπόν, αναφέρονται και στο Δευτερονόμιον (20:13-18) σχετικά με τις οδηγίες του Θεού για εξολόθρευση των γηγενών πληθυσμών της Χαναάν και οι αναφορές του βιβλίου Ἰησοῦς Ναυή στις βίαιες σφαγές των κατοίκων των κατακτημένων πόλεων δεν συνιστούν ιστορικές περιγραφές πραγματικών γεγονότων αλλά λογοτεχνικές ανασκοπήσεις της ιστορίας από μεταγενέστερες εποχές, με σκοπό να διακηρυχθούν οι παραπάνω θεολογικές θέσεις.
Το ότι αυτές οι περιγραφές δεν ανταποκρίνονται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και ότι είναι αντίθετες με το θέλημα του Θεού φαίνεται από τις νομικές διατάξεις του ίδιου του βιβλίου Δευτερονόμιον που αναφέρονται στην προστασία της ανθρώπινης ζωής και στη συμπεριφορά προς τους ξένους (Δευ 10:18· 14:29· 16:14).
Άλλωστε, και η αρχαία “Παράδοση της Εξόδου”, που διακηρύσσει την ελευθερία και την ισότητα και η οποία συνδέει τον Θεό όχι με αντιλήψεις κυριαρχίας αλλά συμπαράστασης προς τους αδυνάτους, προβλέπει διατάξεις που καθορίζουν τη βοήθεια ακόμα και του εχθρού όταν αυτός βρίσκεται σε δύσκολη θέση (Εξο 23:4,9).
Και όταν αργότερα στην αιχμαλωσία ο Ισραήλ οραματίζεται την ανασυγκρότηση της κοινότητας του λαού του Θεού, αναπτύσσει ανάλογες ιδέες. Στη λεγόμενη “Ιερατική Παράδοση” η εντολή «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Λευ 19:18) περιλαμβάνει στην έννοια του πλησίον και τους ξένους (Λευ 19:34).
Την ίδια περίοδο αναπτύσσεται η ιδέα ότι για τον Ισραήλ είναι καλύτερο το να διώκεται παρά να διώκει, όπως αυτή περιγράφεται στα “Άσματα του Πάσχοντος Δούλου του Θεού”, ενώ το βιβλίο του Ιωνά παρουσιάζει τον Θεό να αρνείται να τιμωρήσει ακόμη και το σύμβολο της παγκόσμιας κυριαρχίας και αδικίας, την Νινευή, όταν διαπιστώνει ότι οι κάτοικοί της αναγνωρίζουν την αμαρτωλότητά τους και είναι έτοιμοι να μετανοήσουν.
Κατά ανάλογο με τα “ιστορικά” κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης τρόπο θα πρέπει να κατανοηθούν και οι κατάρες κατά των εχθρών που περιέχονται στους Ψαλμούς.
Πρόκειται εδώ στις περισσότερες περιπτώσεις για έκφραση της επιθυμίας των αδυνάτων, οι οποίοι παρακαλούν τον Θεό να αναλάβει ο ίδιος την υπόθεσή τους και να υπερασπιστεί το δίκιο τους. Παρακαλώντας ο πιστός τον Θεό να εκδικηθεί για λογαριασμό του, παραιτείται ο ίδιος από την πραγματοποίηση της επιθυμίας του για εκδίκηση.
Ήδη οι προφήτες του 8ου π.Χ. αιώνα τονίζουν με έμφαση την αντίθεσή τους στο να επιβάλλει κανείς το δίκιο του μόνος του.
Ο Ησαΐας, για παράδειγμα, αρνείται ακόμα και τον αμυντικό πόλεμο αφήνοντας τη διαχείριση των υποθέσεων της εξωτερικής πολιτικής στον Θεό (7:1-9), όπως λίγο αργότερα και οι προφήτες Ιερεμίας και Ιεζεκιήλ, οι οποίοι αντιτίθενται στην επανάσταση κατά των Βαβυλωνίων.
Το πρόβλημα, κατά συνέπεια της ηθικής αξιολόγησης των θείων ενεργειών δεν είναι πρόβλημα της Βίβλου αλλά πρόβλημα του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει κανείς τη Βίβλο.
Και είναι προφανές ότι όταν προσεγγίζει κανείς κείμενα που προέρχονται από έναν πανάρχαιο, διαφορετικό από τον δικό του, πολιτισμό και επιχειρεί να τα κατανοήσει μέσα από τις δικές του πολιτισμικές προϋποθέσεις, τα συμπεράσματά του θα είναι οπωσδήποτε λανθασμένα και οι συνέπειες μπορεί να είναι σε ορισμένες περιπτώσεις τραγικές: η φουνταμενταλιστική ανάγνωση των κειμένων αυτών κατά τα νεότερα χρόνια οδήγησε στη νομιμοποίηση αυθαιρεσιών που είχαν για ολόκληρους λαούς τραγικές συνέπειες.
Όπως είναι γνωστό, η ιστορία των χριστιανικών λαών δεν είναι, δυστυχώς, απαλλαγμένη από παρερμηνείες των βιβλικών κειμένων, όπως για παράδειγμα των στίχων 6-7 του Ψαλμού 149, που έχουν χρησιμοποιηθεί για να υποκινήσουν και να δικαιολογήσουν πολέμους εναντίον όσων θεωρήθηκαν εχθροί του Θεού.
Χρησιμοποιήθηκαν για να προκαλέσουν την Εξέγερση των Αγροτών στη Γερμανία τον δέκατο έκτο αιώνα και για να καλέσουν τους Ρωμαιοκαθολικούς σε ιερό πόλεμο κατά των Προτεσταντών, ξεκινώντας τον Τριακονταετή Πόλεμο τον δέκατο έβδομο αιώνα.
Ο αφανισμός αργότερα των γηγενών πληθυσμών της Αμερικής, η σφαγή των οποίων “καθαγιάστηκε” από τις φαντασιώσεις διάφορων δυτικών ιεροκηρύκων περί νέου λαού του Θεού που εισέρχεται στη νέα Γη της Επαγγελίας και η σύγχρονη πρακτική των ριζοσπαστικών Ισραηλινών εποίκων στα Παλαιστινιακά εδάφη, οι οποίοι θεμελιώνουν το δικαίωμά τους για κατοχή της γης στα βιβλικά κείμενα αποτελούν ακόμη δύο πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματαi.
ΠΗΓΗ
iΜιλτιάδη Κωνσταντίνου Ομότ. Καθ. Θεολογικής, Α.Π.Θ. (2022, December 17). Ερμηνευτική προσέγγιση της αντίληψης του Θεού ως πολεμιστή στην Παλαιά Διαθήκη. Academia.edu. Retrieved March 19, 2024, from https://www.academia.edu/96184347/%CE%95%CF%81%CE%BC%CE%B7%CE%BD%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CE%AD%CE%B3%CE%B3%CE%B9%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%88%CE%B7%CF%82_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%98%CE%B5%CE%BF%CF%8D_%CF%89%CF%82_%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AE_%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%A0%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CE%AC_%CE%94%CE%B9%CE%B1%CE%B8%CE%AE%CE%BA%CE%B7
Εισήγηση στο 10ο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας με θέμα: Βίβλος και Πόλεμος. Αθήνα ( Σίνα 2-4) 16 & 17 /12/22
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου