Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ: 2-11-2025.

Είναι αρκετά δύσκολο να επιχειρηθεί να συζητηθεί, πόσο μάλλον να αιτιολογηθεί, αυτό που συμβαίνει γύρω μας. Συγκρούσεις, ξεριζωμοί, καθιερωμένες αποκλίσεις, κατάρρευση διαβεβαιώσεων, αμφισβήτηση ορίων και συνόρων, κοινωνίας και περιβάλλοντος, φθορές, κάθε είδους βιαιότητα.

Ερείπια παντού, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ερείπια πόλεων, προσώπων, φράσεων, εννοιών και δογμάτων, δομών πεποιθήσεων. 

Ερείπια σε μια σφαίρα που κάποτε υποσχόταν μια επερχόμενη νέα καλύτερη εποχή και τώρα παρατηρεί με αμηχανία την εξάντληση της καθημερινής ύπαρξης. 

Ένας ασταθής κόσμος, ένας κόσμος χωρίς συνεπή πυρήνα, ένας κόσμος όπου η αισιοδοξία μοιάζει με μια απατηλή ονειροπόληση.

Και είναι πολύ λογικό να αναρωτηθεί κάποιος: Μπορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, και ιδιαίτερα η κάθε ενορία της , να αντέξει σε ένα πεδίο διαρκούς εκτροχιασμού της λογικής, της ηθικής, των αρχών, της δικαιοσύνης, της ανθρωπιάς, των παγκόσμιων εντολών; Μπορεί να μιλήσει για τον τρόμο, τη ταλαιπωρία, τη καταστροφή, την αδικία, χωρίς να τα απλοποιήσει ή να τα εκμεταλλευτεί προς όφελός της; Μπορεί να αντισταθεί στην κατάρρευση των αξιών, χωρίς να καταρρέει μαζί τους, να γίνει η ίδια συντρίμμια; Μπορεί να αντιμετωπίσει την κουλτούρα των καταρρεύσεων, όχι μόνο με την έννοια των φυσικών ή δομικών αποτυχιών, αλλά και των ιδεολογικών και υπαρξιακών αποτυχιών.

Σε περιόδους που τα αυταρχικά καθεστώτα κλιμακώνονται με εκπληκτική ταχύτητα και η πολιτική αναδιαμορφώνεται από όλους τους εμπλεκόμενους σε διαχείριση του φόβου και της περίτεχνης επίδειξης, σε ανατροπές διαφωνιών και συζητήσεων, ψευδείς δεσμεύσεις και έντονη άγνοια, ποιες προοπτικές διαθέτει η χριστιανική ενορία, ως τμήμα της όλης εκκλησιαστικής κοινότητας, για να εκφράσει μια ισχυρή και επιδραστική αφήγηση; 

Τι στίγμα μπορεί να αφήσει σε έναν πλανήτη συντριμμιών; Μπορεί να παραμείνει σταθερά; Και πώς; Εδώ βρίσκεται η δοκιμασία.

Μια πρωταρχική απάντηση θα μπορούσε να διατυπωθεί με αυτόν τον τρόπο. Σίγουρα δεν μπορεί να αλλάξει τη γη, να διορθώσει ή να ανακαινίσει τα απομεινάρια, τουλάχιστον όχι με άμεσο, εξουσιαστικό ή θεαματικά μεταβαλλόμενο τρόπο.

Σε εποχές που τα μέσα ειδήσεων, η διασκέδαση και η διαμόρφωση του νου κυριαρχούν στον άνθρωπο, η ενορία δεν διαθέτει πλέον τη ζωντάνια που απολάμβανε κάποτε. 

Σίγουρα, όμως, δεν είναι κι ένα «διακοσμητικό» συμπλήρωμα στην καθημερινή ύπαρξη των κατοίκων. Έχει τη θέση του στο δημόσιο χώρο και πάντα χάρις στη φροντίδα εκείνων των ατόμων που την πλαισιώνουν με διορατικότητα, σταθερότητα, ευθύτητα και ζήλο, μπορεί να εξανθρωπίζει χριστολογικά, έστω και οριακά, τον τρόπο με τον οποίο βρισκόμαστε ανάμεσα στα συντρίμμια του κόσμου, τον τρόπο που τα βλέπουμε, τα συλλογιζόμαστε, τα ακούμε, τα αναπολούμε, τα αξιολογούμε.

Η ενορία μπορεί να μην είναι σε θέση να τροποποιήσει ένα διοικητικό διάταγμα (ΚΥΑ) ή να ασκήσει κυβερνητική εξουσία, άλλωστε δεν είναι όργανο κυριαρχίας, ούτε μέσο διπλωματικής πρακτικής, αλλά μπορεί να ταρακουνήσει βαθιά ριζωμένες και διαστρεβλωμένες βεβαιότητες, να αποκαλύψει το αόρατο και να θέσει δύσκολα ερωτήματα.

Το εγχείρημα της χριστιανικής ενορίας, με άλλα λόγια, δεν είναι αποκλειστικά να παρηγορήσει αλλά να αναστατώσει τα σαπρά ειωθότα. Η λειτουργία της δεν είναι να σώζει άτομα (και ακόμα κι αν το επιθυμεί, δεν μπορεί), αλλά να φέρνει αντιμέτωπους τους συνανθρώπους με τα υπαρξιακά καθήκοντά τους και με αυτό που θέλουν να παραβλέπουν: την κοινωνική καταστροφή, την συστημική παγκόσμια ανισότητα, την βαρβαρότητα, το δίλημμα της λαϊκής ταυτότητας, τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου.

Και επιτελώντας όλα αυτά κάπου βαθιά μέσα στον άνθρωπο, ψιθυρίζει ταυτόχρονα ενθάρρυνση. Και αυτό, όσο μικρό κι αν φαίνεται, είναι το μονοπάτι από το οποίο όλα αρχίζουν να μετατοπίζονται.

Ιδίως σε πεδία ακραίας απομόνωσης, εγωκεντρισμού, λήθης και εκκωφαντικής κραυγής χωρίς ουσία, αποτελεί την υπέρτατη μορφή κοινωνικής προσφοράς και καθήκοντος. Σε σημεία καμπής, η ιστορία έχει δείξει ότι το κοινοτικό ήθος και ύφος δεν ακμάζει σε συνθήκες κανονικότητας.

Η ενορία είναι μια ιδιόμορφη, ξεχωριστή «ζωντανή» οντότητα, η οποία όταν όλα ξεθωριάζουν, όταν όλα εγκαταλείπονται και διασκορπίζονται, ακμάζει, οργίζεται, πλέει πιο δυναμικά.

Η αβεβαιότητα, η ρήξη, η μετατόπιση, η πρόκληση είναι τα διεγερτικά της, και όσο βαθύτερη είναι η κρίση, όσο περισσότερο πολλαπλασιάζονται τα ελλείμματα των κοινωνιών, τόσο περισσότερο υψώνει το «καρδιακό» βλέμμα της.

Όταν οι θεσμικές δηλώσεις είναι ανεπαρκείς, η φυσική της μορφή ''κοινωνεί''. Όταν τα συστήματα είναι ημίρρευστα ή παραμορφωμένα, η πλατφόρμα της γίνεται μια ζώνη αντίθεσης, έρευνας, μια αντανάκλαση του ανθρώπινου μώλωπα, ένας ήχος διαφωνίας, αλλά και μια ζώνη παρηγοριάς, μετατρέπεται σε μια περιοχή αναπνοής και ανάτασης.

Μεταμορφώνεται εις τύπον και τόπον Χριστού. Παίρνει ρίσκα. Αποκτά την παύλεια ελευθερία. 

Γίνεται μια άμεση δράση εκ νέου, μια κατασκευή του Άλλου, όπου η τριβή δεν κρύβεται αλλά εκτίθεται, η ετερότητα δεν πνίγεται αλλά αλληλεπιδρά, όπου η αγωνία δεν καμουφλάρεται αλλά μοιράζεται.

Η ορθόδοξη ενορία ήταν, και συνεχίζει να είναι, ένας ζωντανός τόπος ανταλλαγής, ένας περιχωρητικός τόπος που μπορεί να αγκαλιάσει τη σύγκρουση, την αγωνία, την απελπισία, αλλά και την αισιοδοξία.

Ερείπια παντού, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ερείπια πόλεων, προσώπων, φράσεων, εννοιών και δογμάτων, δομών πεποιθήσεων. Ερείπια σε μια σφαίρα που κάποτε υποσχόταν μια επερχόμενη νέα καλύτερη εποχή και τώρα παρατηρεί με αμηχανία την εξάντληση της καθημερινής ύπαρξης. Ένας ασταθής κόσμος, ένας κόσμος χωρίς συνεπή πυρήνα, ένας κόσμος όπου η αισιοδοξία μοιάζει με μια απατηλή ονειροπόληση.

Και είναι πολύ λογικό να αναρωτηθεί κάποιος: Μπορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, και ιδιαίτερα η κάθε ενορία της , να αντέξει σε ένα πεδίο διαρκούς εκτροχιασμού της λογικής, της ηθικής, των αρχών, της δικαιοσύνης, της ανθρωπιάς, των παγκόσμιων εντολών; Μπορεί να μιλήσει για τον τρόμο, τη ταλαιπωρία, τη καταστροφή, την αδικία, χωρίς να τα απλοποιήσει ή να τα εκμεταλλευτεί προς όφελός της; Μπορεί να αντισταθεί στην κατάρρευση των αξιών, χωρίς να καταρρέει μαζί τους, να γίνει η ίδια συντρίμμια; Μπορεί να αντιμετωπίσει την κουλτούρα των καταρρεύσεων, όχι μόνο με την έννοια των φυσικών ή δομικών αποτυχιών, αλλά και των ιδεολογικών και υπαρξιακών αποτυχιών.

Σε περιόδους που τα αυταρχικά καθεστώτα κλιμακώνονται με εκπληκτική ταχύτητα και η πολιτική αναδιαμορφώνεται από όλους τους εμπλεκόμενους σε διαχείριση του φόβου και της περίτεχνης επίδειξης, σε ανατροπές διαφωνιών και συζητήσεων, ψευδείς δεσμεύσεις και έντονη άγνοια, ποιες προοπτικές διαθέτει η χριστιανική ενορία, ως τμήμα της όλης εκκλησιαστικής κοινότητας, για να εκφράσει μια ισχυρή και επιδραστική αφήγηση; Τι στίγμα μπορεί να αφήσει σε έναν πλανήτη συντριμμιών; Μπορεί να παραμείνει σταθερά; Και πώς;

Εδώ βρίσκεται η δοκιμασία.

Μια πρωταρχική απάντηση θα μπορούσε να διατυπωθεί με αυτόν τον τρόπο. Σίγουρα δεν μπορεί να αλλάξει τη γη, να διορθώσει ή να ανακαινίσει τα απομεινάρια, τουλάχιστον όχι με άμεσο, εξουσιαστικό ή θεαματικά μεταβαλλόμενο τρόπο.

Σε εποχές που τα μέσα ειδήσεων, η διασκέδαση και η διαμόρφωση του νου κυριαρχούν στον άνθρωπο, η ενορία δεν διαθέτει πλέον τη ζωντάνια που απολάμβανε κάποτε. Σίγουρα, όμως, δεν είναι κι ένα «διακοσμητικό» συμπλήρωμα στην καθημερινή ύπαρξη των κατοίκων. Έχει τη θέση του στο δημόσιο χώρο και πάντα χάρις στη φροντίδα εκείνων των ατόμων που την πλαισιώνουν με διορατικότητα, σταθερότητα, ευθύτητα και ζήλο, μπορεί να εξανθρωπίζει χριστολογικά, έστω και οριακά, τον τρόπο με τον οποίο βρισκόμαστε ανάμεσα στα συντρίμμια του κόσμου, τον τρόπο που τα βλέπουμε, τα συλλογιζόμαστε, τα ακούμε, τα αναπολούμε, τα αξιολογούμε.

Η ενορία μπορεί να μην είναι σε θέση να τροποποιήσει ένα διοικητικό διάταγμα (ΚΥΑ) ή να ασκήσει κυβερνητική εξουσία, άλλωστε δεν είναι όργανο κυριαρχίας, ούτε μέσο διπλωματικής πρακτικής, αλλά μπορεί να ταρακουνήσει βαθιά ριζωμένες και διαστρεβλωμένες βεβαιότητες, να αποκαλύψει το αόρατο και να θέσει δύσκολα ερωτήματα.

Το εγχείρημα της χριστιανικής ενορίας, με άλλα λόγια, δεν είναι αποκλειστικά να παρηγορήσει αλλά να αναστατώσει τα σαπρά ειωθότα. Η λειτουργία της δεν είναι να σώζει άτομα (και ακόμα κι αν το επιθυμεί, δεν μπορεί), αλλά να φέρνει αντιμέτωπους τους συνανθρώπους με τα υπαρξιακά καθήκοντά τους και με αυτό που θέλουν να παραβλέπουν: την κοινωνική καταστροφή, την συστημική παγκόσμια ανισότητα, την βαρβαρότητα, το δίλημμα της λαϊκής ταυτότητας, τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου.

Και επιτελώντας όλα αυτά κάπου βαθιά μέσα στον άνθρωπο, ψιθυρίζει ταυτόχρονα ενθάρρυνση. Και αυτό, όσο μικρό κι αν φαίνεται, είναι το μονοπάτι από το οποίο όλα αρχίζουν να μετατοπίζονται.

Ιδίως σε πεδία ακραίας απομόνωσης, εγωκεντρισμού, λήθης και εκκωφαντικής κραυγής χωρίς ουσία, αποτελεί την υπέρτατη μορφή κοινωνικής προσφοράς και καθήκοντος. Σε σημεία καμπής, η ιστορία έχει δείξει ότι το κοινοτικό ήθος και ύφος δεν ακμάζει σε συνθήκες κανονικότητας.

Η ενορία είναι μια ιδιόμορφη, ξεχωριστή «ζωντανή» οντότητα, η οποία όταν όλα ξεθωριάζουν, όταν όλα εγκαταλείπονται και διασκορπίζονται, ακμάζει, οργίζεται, πλέει πιο δυναμικά.

Η αβεβαιότητα, η ρήξη, η μετατόπιση, η πρόκληση είναι τα διεγερτικά της, και όσο βαθύτερη είναι η κρίση, όσο περισσότερο πολλαπλασιάζονται τα ελλείμματα των κοινωνιών, τόσο περισσότερο υψώνει το «καρδιακό» βλέμμα της.

Όταν οι θεσμικές δηλώσεις είναι ανεπαρκείς, η φυσική της μορφή ''κοινωνεί''. Όταν τα συστήματα είναι ημίρρευστα ή παραμορφωμένα, η πλατφόρμα της γίνεται μια ζώνη αντίθεσης, έρευνας, μια αντανάκλαση του ανθρώπινου μώλωπα, ένας ήχος διαφωνίας, αλλά και μια ζώνη παρηγοριάς, μετατρέπεται σε μια περιοχή αναπνοής και ανάτασης.

Μεταμορφώνεται εις τύπον και τόπον Χριστού. Παίρνει ρίσκα. Αποκτά την παύλεια ελευθερία. Γίνεται μια άμεση δράση εκ νέου, μια κατασκευή του Άλλου, όπου η τριβή δεν κρύβεται αλλά εκτίθεται, η ετερότητα δεν πνίγεται αλλά αλληλεπιδρά, η αγωνία δεν καμουφλάρεται αλλά μοιράζεται.

Η ορθόδοξη ενορία ήταν, και συνεχίζει να είναι, ένας ζωντανός τόπος ανταλλαγής, ένας περιχωρητικός τόπος που μπορεί να αγκαλιάσει τη σύγκρουση, την αγωνία, την απελπισία, αλλά και την αισιοδοξία. 

Και η απτή απόδειξη των λόγων τα έργα: η 2η για το 2025 ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ που έγινε σχεδία για όλους όσοι παλεύουν με τα κύματα του σύγχρονου βίου, διάπλατο παράθυρο για όλους όσοι έχουν την θέληση να προσβλέπουν στη Βασιλεία των Ουρανών, όπου δεν χωρούν αδιέξοδα και φοβικότητες, αλλά μόνο το Φως.

Έτσι γεμίζει η καρδιά από ευχαριστία και ευγνωμοσύνη πρώτα για το μικτό συνεργείο του Τμήματος Αιμοδοσίας του Ε.Ε.Σ. (Τηλ.: 213-2068738, https://korgialenio-benakio.gr/index.php/ethelontiki-aimodosia) το οποίο προσήλθε στον καθιερωμένο χώρο της Ενορίας όπου έγινε η αιμοδοσία και εν τέλει συγκεντρώθηκαν ΠΕΝΗΝΤΑ ΤΕΣΣΕΡΕΣ (53) φιάλες αίματος και μετά για την πολύωρη προσωπική εθελοντική εργασία των κυρίων και κυριών της εθελοντικής ενοριακής ομάδας διακονίας της Αιμοδοσίας, της κας. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΑΣΠΡΟΥ, της κας. ΚΑΤΣΙΡΕΛΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ, της κας. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΠΕΡΙΒΟΛΑΡΗ της κας. ΡΟΥΛΙΤΑΣ ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ, και άλλων πολλών.

Η εθελοντική ενοριακή ομάδα διακονίας της Αιμοδοσίας που κόπιασε τόσο για μια ακόμη φορά, ας δεχθεί τις ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη των πατέρων της ενορίας (π.Σισώη, π.Βασιλείου, π.Αθανασίου) οι οποίοι συνάμα ευχαριστούν και τους εξήντα πέντε (65) αδελφούς εν Χριστω που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό.

Ευχαριστούν κατά δεύτερον και τους δωρητές φέτος των υλικών και των πλουσίων εδεσμάτων που συνόδευσαν και στήριξαν πρακτικά το έργο αυτό. Σας ευχόμαστε μακροημέρευση κι ανυπομονούμε να σας καλωσορίσουμε όλους ξανά και μαζί. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ: εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου