Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Βραδυνή αρχαιοπρεπής Θεία Λειτουργία Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου: 23-10-2020


Μέ την χάριν του Παναγίου Πνεύματος κι εφέτος τελέσθηκε η Αρχαιοπρεπής Θεία Λειτουργία του Αγίου Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου και πρώτου Επισκόπου Ιεροσολύμων, την ημέρα της μνήμης του αγίου, την Παρασκευή 23η τρέχοντος μηνός, από τις 17.30-21.30 το εσπέρας, στον Ιερό ναό μας, της Μεταμορφώσεως Σωτήρος Καλλιθέας.

Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας τέθηκε προς προσκύνηση των πιστών τεμάχιο Ιερού Λειψάνου του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, στο τέλος του όρθρου πανηγυρική αρτοκλασία και λίγο πρίν το πέρας της Θείας Λειτουργίας, προτού αρχίσει η Θ. Μετάληψις των πιστών ευλογήθηκαν τα Κόλλυβα του τιμωμένου Αγίου Ιακώβου.

Tα  Κόλλυβα προσκομίσθηκαν και κατόπιν διαμοιράστηκαν στους πιστούς με την υψηλή φροντίδα του Ιερολογιωτάτου ιεροδιακόνου π. Αστερίου Αποστόλου, όταν πάντες οι προελθόντες διήλθαν εξερχόμενοι διά της κεντρικής θύρας του Ναού και λαμβάνοντες αρτίδιον ευλογίας. Της Λειτουργίας προέστη ο Πανοσιολογιότατος αρχιμ.π.Νικόλαος Κατσαφαρόπουλος και τον πλαισίωσαν οι εφημέριοι του Ναού πανοσ.αρχιμ.π.Σισσώης Σκάρκος και π.Αθανάσιος Ηλιόπουλος και έτεροι κληρικοί της Τοπικής μας Εκκλησίας μαζί με πλήθος ενοριτών εντός και εκτός του Ι.Ναού οι οποίοι έλαβαν μέρος ακολουθώντας τα μέτρα υγιεινής του Covid-19.

Μέ την χάριν του Παναγίου Πνεύματος κι εφέτος αναβίωσε το παλαιό λειτουργικό ήθος το οποίο μας μετέφερε νοερώς και πνευματικώς στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, όταν όλοι οι πιστοί χριστιανοί είχαν βαθύτατη την αίσθησιν ότι ‘’ἐγγύς ο Κύριος’.

Στο κήρυγμά του ο Πανοσ. αρχιμ. π. Νικόλαος αναφερόμενος στην εορτή και την πρωτοχριστιανική αυτή μυσταγωγία, τόνισε αρχικά ότι ο Άγιος Ιάκωβος ήταν υιός του Ιωσήφ του Μνήστορος από τον πρώτο του γάμο. Από την παιδική του ηλικία έζησε με αυστηρή άσκηση, μιμούμενος τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.

Στην Καινή Διαθήκη αναφέρονται τέσσερες με τ’ όνομα αυτό. Δηλαδή α). Ιάκωβος, ο νέος Ζεβεδαίου, ο αδελφός του ευαγγελιστή Ιωάννη, ένας εκ των Δώδεκα αποστόλων β).Ιάκωβος,ο υιός του Αλφαίου και αυτός ένας εκ των Δώδεκα γ). Ιάκωβος, ο πατέρας του αποστόλου Ιούδα (όχι του Ισκαριώτου) και δ). ο Ιάκωβος,ο λεγόμενος ‘’αδελφός του Κυρίου’’, υιός δηλαδή του Ιωσήφ εκ της πρώτης συζύγου, ο αποκαλούμενος καί ‘’Αδελφόθεος’’. Αυτός έγραψε και την Καθολική, όπως λέγεται επιστολή, Η οποία συμπεριλαμβάνεται στην Κ. Διαθήκη μετά τις Επιστολές του Ἀπ. Παύλου. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, οι Απόστολοι ομοφώνως εξέλεξαν τον δίκαιο Ιάκωβο πρώτο επίσκοπο Ιεροσολύμων.

Ως ποιμήν της πόλης φρόντιζε για τον καταρτισμό και την ηθική τελείωση των πιστών ακολουθώντας το παράδειγμα του Αρχιποίμενος Χριστού. Περί το 62 μ.Χ και μετά τον θάνατο του ηγεμόνος Φήστου η Ιουδαία βρισκόταν σ’ αναταραχή. Οι Εβραίοι που είχαν αποτύχει να θανατωθεί ο Παύλος (βλ.Πραξ. 25, 26) στράφηκαν επιθετικά προς τον Ιάκωβο. Ανάγκασαν τον δίκαιο να ανέβει στο πτερύγιο του ιερού & τον γκρέμισαν από εκεί ψηλά.

Σ’ αυτόν επίσης αποδίδεται και η εν λόγω Θεία Λειτουργία η οποία έχει καθιερωθεί, τρεις φορές κατ΄ έτος, να τελείται στον Ιερό Ναό μας, διαδόθηκε υπό το όνομα του Αγίου Ιακώβου και ανήκει στο λεγόμενο Συριακό ή Αντιοχειανό λειτουργικό τύπο, την οποίαν αξιοποίησαν μετέπειτα ο Μέγας Βασίλειος και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την σύσταση του βυζαντινού λατρευτικού τυπικού που τηρείται σήμερα σε Ανατολή και Δύση.

Αποτελούσε την ευχαριστιακή ακολουθία της εκκλησίας των Ιεροσολύμων μέ λειτουργικά έθιμα από διάφορες περιοχές. Παρότι η λειτουργία έχει πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Σιωνίτιδος εκκλησίας, ήταν ιδιαίτερα προσφιλής καί στις παρακείμενες εκκλησίες της Αντιοχείας καί της Αλεξανδρείας.

Τόν 9ο καί 10ο αἰώνα καθιερώθηκαν γενικά στην Μεγάλη του Χριστού εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως τά λειτουργικά τυπικά του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου καί του Μεγάλου Βασιλείου. Περὶ τὸ τέλος του 19ου αἰ. η Λειτουργία Ιακώβου του Αδελφοθέου επανήλθε σὲ λειτουργική χρήση στην εκκλησία των Ιεροσολύμων, τελούμενη δύο φορὲς κατ᾽ έτος (κατὰ τὴν μνήμη του Ιακώβου στὶς 23 Οκτωβρίου καὶ κατά τὴν Κυριακή μετὰ τὴ Γέννηση του Κυρίου, ενώ κατά τόν 20ο αιώνα ανανεώθηκε αυτό τό λειτουργικό έθιμο και στον ελλαδικό χώρο ομοίως.

Η απόδοσή της στον Άγιο Ιάκωβο, πρώτο Επίσκοπο Ιεροσολύμων καθώς και οι εσωτερικές ενδείξεις μαρτυρούν, ότι πρόκειται για Λειτουργία των πρώτων χριστιανικών χρόνων, που διαμορφώθηκε στα Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια διαδόθηκε σε άλλες πόλεις της Παλαιστίνης, στη Συρία, την Αραβία, το Σινά, την Αίγυπτο, την Ελλάδα και στις Σλαβικές χώρες. Ο Κανὼν ΛΒ' τῆς ἐν Τρούλλῳ Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Πενθέκτης Συνόδου, το επιβεβαιώνει: «Καὶ γὰρ καὶ Ἰάκωβος ο κατὰ σάρκα Χριστου του Θεοῦ ημῶν ἀδελφός, ὃς τῆς Ἱεροσολυμιτων ἐκκλησίας πρῶτος τὸν θρόνον ἐνεπιστεύθη, καὶ Βασίλειος ο τῆς Καισαρέων ἀρχιεπίσκοπος, οὗ τὸ κλέος κατὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην διέδραμεν, ἐγγράφως τὴν μυστικὴν ημῖν ἱερουργίαν παραδεδωκότες, οὕτω τελειοῦν ἐν τῇ θείᾳ λειτουργίᾳ ἐξ ὕδατός τε καὶ οἴνου τὸ ἱερὸν ποτήριον ἐκδεδώκασι».

Από πλευράς περιεχομένου οι ευχὲς της λειτουργίας Ιακώβου του Αδελφοθέου απηχούν εποχή πρὶν απὸ τὴν Α´ Οικουμενικὴ Σύνοδο. η χριστολογία των ευχών είναι, σαφώς, προ-Νικαϊκή. Όμως, η χρήση του όρου «ομοούσιος» περὶ του αγίου Πνεύματος παραπέμπει σ’ εποχή μετά τὸ ήμισυ του 4ου αιώνα. Από την άλλη η εκκλησία των Ιεροσολύμων είχε ήδη ανεπτυγμένη πνευματολογία απὸ την εποχή εκφωνήσεως των Μυσταγωγικών Κατηχήσεων του Κυρίλλου Ιεροσολύμων (τὸ 348 μ.Χ), διότι ο όρος «ζωοποιόν» (περί του αγίου Πνεύματος) ποὺ χρησιμοποιεί η ‘’Ἀγ. Αναφορὰ’’ του Ιακώβου προέρχεται απὸ αντίστοιχο όρο του Κυρίλλου Ιεροσολύμων.

Ο αρχαϊκός λειτουργικός πυρήνας του θείου αυτού συμποσίου περιλαμβάνει δυο θεοδίδακτα διαγράμματα της χριστιανικής λατρείας. Το πρώτο παραλήφθηκε από τη Συναγωγή και διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο, τον «σαρκωθέντα Λόγο του Θεού». Είναι η τιμητική υποδοχή των Ιερών Γραφών εν μέσω ψαλμών, η τελετουργική ανάγνωση και η ομιλητική ανάπτυξη των διδαγμάτων τους, και στη συνέχεια οι σχετικές δεήσεις.

Και το δεύτερο διάγραμμα παραδόθηκε από τον ίδιο τον νέο χαρισματικό «Μέγαν Αρχιερέα» «κατά την τάξη Μελχισεδέκ», την τελευταία εσπέρα της επίγειας ζωής Του. Είναι «η κλάσις του άρτου» κατά το «Δείπνον του Κυρίου», μετά των ικεσιών, της προσκομιδής των τιμίων Δώρων, της αναφοράς, του καθαγιασμού και της μεταδόσεώς τους, για να διαχωρίσουμε την θέση μας από την αμαρτία και να λάβομε σε «άφεση αμαρτιών».

Τα δύο αυτά διαγράμματα της λειτουργίας «του Λόγου» και της λειτουργίας «της Ευχαριστίας» συναπετέλεσαν τη βασική δομή της θείας λειτουργίας, αυτή τη μια μοναδική πράξη θείας λατρείας, που ανέπτυξαν ελεύθερα οι κατ’ εξοχήν φύλακες της Αποστολικής Παραδόσεως, οι Επίσκοποι της Μιας Εκκλησίας, «ως έδοξε» και «όση δύναμις αυτοίς», μέχρι το τέλος της σκληρής περιόδου των διωγμών.

Η θεία Κοινωνία προσφέρεται στους πιστούς διαφορετικά, καθώς μεταλαμβάνουν χωριστά τό Αίμα καί τό Σώμα του Κυρίου, όπως συνηθιζόταν μέχρι τόν 5ο αιώνα.

Η θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου τελείται στο κέντρο του ναού σύμφωνα με το τυπικό της αρχαίας Εκκλησίας και το ότι οι πιστοί μεταλαμβάνουν ξεχωριστά το Σώμα του Χριστού και στην συνέχεια το Αίμα του Κυρίου από το Άγιο Ποτήριο, είναι ένα στοιχείο αυτό το οποίο δείχνει την αγάπη και την αμεσότητα επικοινωνίας των πρώτων χριστιανών με τον Ιησού.

Ας μας επιτραπεί να προσθέσουμε εξ ιδίων πόρων ότι θεωρούμε εν κατα-κλείδι  καίριο να τονίσουμε ότι οι δύο "δεσμεύσεις" για την αρχαία Λειτουργία του Αγίου ᾿Ιακώβου, προερχόμενες από την βυζαντινή και νεώτερη λειτουργική πράξη, ήτοι ο χρόνος τελέσεως (μετ᾿ όρθρου) και ο τρόπος προσελεύσεως των πιστών στή Θ. Ευχαριστία ("πολύωρη νηστεία"), δεν επαληθεύονται από την ᾿Αποστολική παράδοση.

Η Θ. Ευχαριστία δεν δεσμεύεται από τον χρόνο και επομένως μπορεί να ιερουργηθεί κατά τό αρχαιοπρεπέστερο έθος, που διατηρήθηκε στίς παννυχίδες των Δεσποτικών εορτών, μετ᾿ ῾Εσπερινού ή μετά τήν ορθρινή ᾿Ακολουθίαανεξάρτητα απ᾿ αυτήν.

Προϋπόθεση είναι η ωφέλεια των πιστών και δεν δεσμεύεται από τήν άσκηση της νηστείας.

Τό να προσέρχονται οι πιστοί "νηστικοί" στή Θ. Κοινωνία, όπως αναφέρουν οιΙεροί Κανόνες (κθ΄ τῆς ς΄, μη΄ και νς΄ τῆς Καρθ.), δεν καθορίζεται από συγκεκριμένο ωράριο, γιατί είναι γνωστό, πως μετά την πάροδο 3-4 ωρών, ο άνθρωπος έχει περατώσει κάθε στομαχική διεργασία και ευρίσκεται σ’ "εγρήγορση".

Οι Λειτουργικές έρευνες πλέον απόδειξαν, πως η Θ. Λειτουργία μπορεί να ιερουργηθεί ελεύθερα, όταν οι πιστοί μπορούν ευχερέστερα να συναχθούν και έχουν προετοιμαστεί να κοινωνήσουν. Αυτό συνιστά η ᾿Αποστολική Παράδοση και πράξη, και όχι τό να λειτουργεί ο Ιερέας σ’ ώρες, πού λόγω των συνθηκών ζωής, δεν μπορούν να προσέλθουν οι πιστοί, και στό "μετά φόβου Θεοῦ", να μή προσέρχεται κανείς να κοινωνήσει, σάν τό Μυστήριο να τελεσιουργήθηκε, για να το "καταλύσει" ο Λειτουργός και μόνον.

Επίσης αποδείχθηκε, πώς είναι εσφαλμένη η σύνδεση του Μυστηρίου μέ πολύωρη νηστεία και μάλιστα μετ’ από "ύπνο", ενώ ο Κύριος πρόσφερε τό "Ποτήριον τῆς Ζωῆς" -και τό επαναλαμβάνει ο Λειτουργός-"μετά τό δειπνῆσαι". ᾿

[βλ. Η ΟΡΘΗ ΤΕΛΕΣΙΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΥ του Καθηγητου κ. ᾿Αριστείδη Πανώτη, περ. Εκκλησιαστκή ᾿Αλήθεια, 16.11.1991) και επίσης, Θεοδώρου Ευαγγ.,ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΥ , περ.ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ, Μάρτιος 1999, σελ.4-5.]

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ



1 σχόλιο: